Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012

Αίμα και Ζωή, Νόμος και Αγάπη

Αίμα και Ζωή, Νόμος και Αγάπη Το πλήρες κείμενο του κεφαλαίου 9, μπορείτε να το διαβάσετε και σε μορφή PDF από εδώ: Αίμα_και_Ζωή-Νόμος_και_Αγάπη-Αναζητώντας_την_εν_Χριστώ_Ελευθερία.pdf

Διότι το γράμμα θανατόνει, το δε πνεύμα ζωοποιεί. - Β´ Κορ. 3:6

Τα όσα πρόκειται να συζητήσουμε δεν κάνουν τον παραμικρό υπαινιγμό ότι η χρήση του αίματος στερείται κινδύνου. Το ότι υπάρχει ένα ποσοστό κινδύνου είναι γεγονός. Ούτε υπονοούν ότι ο άνθρωπος που λαμβάνει μία προσωπική, ελεύθερη απόφαση να αποφύγει τις μεταγγίσεις (ή οποιαδήποτε αποδοχή συστατικών και κλάσματος του αίματος) βάσει θρησκευτικών λόγων κάνει κάτι λάθος. Ακόμη και πράξεις που είναι σωστές από μόνες τους, γίνονται λάθος αν πραγματοποιηθούν με κακή συνείδηση. Όπως το θέτει ο απόστολος, “μακάριος όστις δεν κατακρίνει εαυτόν...παν ό,τι δεν γίνεται εκ πίστεως, είναι αμαρτία.1” Το αν, μέσα από τις ενδείξεις που θα παρουσιαστούν, συγκεκριμένες ενοχές επάνω στο αίμα αποκαλύψουν μία αδύναμη ή δυνατή συνείδηση, το αφήνω στον αναγνώστη να το κρίνει.

Ταυτόχρονα, η σοβαρότητα της ευθύνης μιας οργάνωσης στο να επιβάλλει τις απόψεις της στην προσωπική συνείδηση του ατόμου σε τόσο κρίσιμα ζητήματα, δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Τα όσα συνέβησαν με την Εταιρεία της Σκοπιάς στο θέμα του αίματος αντικατοπτρίζουν το πώς ο νομικισμός μπορεί να οδηγήσει μία οργάνωση σε ένα τέλμα ασυνέπειας, με τα μέλη της να υφίστανται όλες τις δυσάρεστες συνέπειες που προκύπτουν.

Ξεκινώντας από το τέλος της δεκαετίας του 1940, η οργάνωση αρχικά εξέδωσε μία σαφέστατη απαγόρευση της αποδοχής αίματος, σε οποιαδήποτε μορφή, συνολική ή κλασματική. Στη συνέχεια, καθώς περνούσαν τα χρόνια, προσέθετε καινούριους κανόνες, οι οποίοι δημιουργούσαν ένα αυστηρά νομικίστικο και λεπτομερές σύστημα επάνω στο ζήτημα.

Ο τελευταίος κανόνας επάνω στα κλάσματα του αίματος είναι αυτός που παρουσιάστηκε στη Σκοπιά της 15ης Ιουνίου, 2000, σελ. 29-31 και 15ης Ιουνίου 2004 σελ. 14-23, 29-31. Ο κανόνας αυτός ασχολείται με έναν νέο ορισμό του τι μπορεί να επιτραπεί όσον αφορά τα συστατικά του αίματος. Ισχυρίζονται πλέον ότι τα τέσσερα “πρωταρχικά συστατικά” του αίματος -ερυθρά αιμοσφαίρια, λευκά αιμοσφαίρια, αιμοπετάλια και πλάσμα- απαγορεύονται, αλλά τα “κλάσματα” που προέρχονται και από τα τέσσερα “πρωταρχικά συστατικά” επιτρέπονται.

Το ακόλουθο διάγραμμα βασικά απεικονίζει την τρέχουσα άποψη της οργάνωσης επάνω στη χρήση του αίματος:

Η θέση αυτή, η οποία διαχωρίζει τα “μη αποδεκτά” στοιχεία του αίματος (ανώτερο τμήμα) και τα στοιχεία που εξαρτώνται από την “προσωπική απόφαση” (κατώτερο τμήμα) περιγράφεται στο περιοδικό της Σκοπιάς της 15ης Ιουνίου 2004. Αναλύοντας το άρθρο και την επιχειρηματολογία του, μια επιστολή από τη Σουηδία γράφει:

Αυτό σημαίνει ότι τα μέρη του αίματος που έχουν λάβει το πράσινο φως σε προηγούμενα άρθρα τώρα αναφέρονται ως “κλάσματα” του πλάσματος. Αυτό που κατάφεραν προφανώς είναι ότι τα εγκεκριμένα κατά το παρελθόν μέρη του αίματος (σφαιρίνες, αλβουμίνη, παράγοντας πήξης VIII κ.τ.λ.) μειώνονται σε σημασία σε σύγκριση με τα ερυθρά και λευκά αιμοσφαίρια, καθώς και με τα αιμοπετάλια. Συνεπώς, η ασυνέπεια της προηγούμενης θέσης στον αυθαίρετο διαχωρισμό μεταξύ των διαφόρων συστατικών του αίματος τώρα απαλείφεται στα μάτια του υποτακτικού, καλόπιστου Μάρτυρα. Η Εταιρεία αντιμετώπιζε δυσκολία στο χειρισμό αυτής της ασυνέπειας, κάθε φορά που δεχόταν πρόκληση2. Η αναγκαία λύση σε αυτό το δίλημμα έπρεπε να περιλαμβάνει καινούρια συστατικά, όπως τα “κλάσματα” των ερυθρών και λευκών αιμοσφαιρίων και των αιμοπεταλίων, τα οποία αναφέρονται ξεχωριστά. Η ανεκτικότητα αυτή, που πλέον εκφράζεται ανοιχτά, κατά το παρελθόν αποκλειόταν. Αφού τα επεξεργασμένα ερυθρά αιμοσφαίρια με τη μορφή της αιμοσφαιρίνης, χωρίς τη μεμβράνη τους, θα είναι σύντομα γεγονός -τα ονόματα των πολλά υποσχόμενων προϊόντων είναι PolyHeme, Hemospan και Hemopure- η πιο πρόσφατη θέσης της Εταιρείας ίσως έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες για τους Μάρτυρες. Πολύ σύντομα ίσως είναι σε θέση να λάβουν -για πρακτικούς σκοπούς- αυτό που στην ουσία είναι ερυθρά αιμοσφαίρια.

Εκτός από το πράσινο φως που δόθηκε για έναν αριθμό καινούριων συστατικών, η ερμηνεία των “πρωταρχικών συστατικών” ενάντια στα “κλάσματα” δεν είχε διαδραματίσει απολύτως κανέναν ρόλο όταν τα αποδεκτά κατά το παρελθόν συστατικά του αίματος έγιναν σταδιακά αποδεκτά. Πλέον, χρησιμοποιείται εκ των υστέρων ως λογική αιτιολόγηση. Αντίθετα, δόθηκε μία μακρά λίστα διάφορων άλλων εξηγήσεων, ουσιαστικά ευτελής, η οποία καταργούσε κάθε αντίρρηση όσον αφορά την ιατρική χρήση του αίματος, στοχεύοντας στο λογικό τους συμπέρασμα. Κάνοντας αναφορά στο “Λουκ. 6:1-5” η Σκοπιά της 15ης Ιουνίου του 1978, σελ. 31, ήταν εξαιρετικά καταστροφική. Το κείμενο αναφέρεται στο Δαβίδ και τους άντρες του που έφαγαν απαγορευμένο άρτο – όχι σε επιτρεπτά κομμάτια του άρτου αλλά ολόκληρα καρβέλια! Αν αυτό νομιμοποιεί τη λήψη ορισμένων συστατικών του αίματος, τότε σίγουρα νομιμοποιεί τη χρήση όλων των συστατικών, ακόμη και του πλήρους αίματος. Όπως μας δείχνει η βιβλική αφήγηση για το Δαβίδ και τους άντρες του, η ανάγκη, όχι η ποσότητα, ήταν ο καθοριστικός παράγοντας. [Το ότι η Εταιρεία της Σκοπιάς βρίσκει το επιχείρημα της Σκοπιάς της 15ης Ιουνίου του 1978 πειστικό φαίνεται από το γεγονός ότι αναφέρθηκε σε αυτό πρόσφατα – το 2004 (βλ. Ερωτήσεις από αναγνώστες, Σκοπιά, 15 Ιουνίου 2004, σελ. 30)]

Η νέα θέση από το 2000 και μετά είναι αυθαίρετη και δεν εναρμονίζεται με τα γεγονότα. Από τη μία, ισχυρίζεται ότι η Βίβλος απαγορεύει τη λήψη “πρωταρχικών συστατικών” αλλά επιτρέπει τη λήψη των “κλασμάτων” αυτών αφού η Βίβλος “δεν δίνει λεπτομέρειες”. (Η Σκοπιά, 15 Ιουνίου, 2000, σελ. 30, 15 Ιουνίου 2004, σελ. 30) Αφού η Βίβλος δεν κάνει λόγο όμως για “πρωταρχικά συστατικά”, όπως δε μιλά και για “κλάσματα”, το επιχείρημα είναι ψευδές. Στην πραγματικότητα, θα ήταν πιο λογικό να χαρακτηρίσουν αποδεκτά τα αποκαλούμενα “πρωταρχικά συστατικά” και να τραβήξουν τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ αυτών και του πλήρους αίματος. Από την άλλη, ένας λόγος που χρησιμοποιείται διαρκώς για την απαγόρευση της ιατρικής χρήσης του αίματος είναι ο ισχυρισμός ότι μία μόνο χρήση του αίματος ήταν αποδεκτή, η χρήση του δηλαδή για εξιλέωση στο θυσιαστήριο. Το αίμα, ισχυρίζονται, ανήκει στο Θεό. Αυτό όμως φαίνεται ότι παραβλέπεται όταν ανακηρύσσουν τη χρήση των “κλασμάτων” του αίματος αποδεκτή! Μετά βίας όμως θα μπορούσαν να αποδεχτούν για κοσμική χρήση αυτό που ανήκει αποκλειστικά στο Θεό, επειδή κάτι τέτοιο θα σήμαινε χρήση κλεμμένης περιουσίας! Ένα κλεμμένο αυτοκίνητο είναι ένα κλεμμένο αυτοκίνητο, και ο διαχωρισμός του σε “πρωταρχικά συστατικά”, όπως ο κινητήρας, το πορτ μπαγκάζ και το κιβώτιο ταχυτήτων, και έπειτα σε “κλάσματα” όπως το καρμπυρατέρ, τα πιστόνια, το καπό, οι πόρτες και ο άξονας, δεν θα καθιστούσαν την κλοπή περισσότερο αποδεκτή. Μόνο αν το αυτοκίνητο δεν ήταν κλεμμένο θα είχε κάποιος το δικαίωμα να το διαλύσει και να το χρησιμοποιήσει ή να το πουλήσει ως ανταλλακτικά. Και αν το αυτοκίνητο δεν ήταν κλεμμένο, όλα του τα συστατικά, τόσο τα μικρά όσο και τα μεγάλα, θα μπορούσαν να διαχωριστούν και να χρησιμοποιηθούν σύμφωνα με την επιθυμία του κατόχου. Έτσι, αν τα “κλάσματα” του αίματος μπορούν να γίνουν αποδεκτά, τότε σίγουρα μπορούν να γίνουν αποδεκτά και τα “κύρια συστατικά”, ακόμη και το πλήρες αίμα.

Συνεπώς, η ταξινόμηση της Εταιρείας σε “πρωταρχικά συστατικά” δεν φαίνεται να ταιριάζει με όσα λέει η ιατρική επιστήμη, αφού η αλβουμίνη, οι παράγοντες VIII και IX κ.τ.λ. αποτελούν πλήρη και λειτουργικά συστατικά που περιέχονται στο πλάσμα. Το γεγονός ότι ορισμένα συστατικά (ερυθρά αιμοσφαίρια, λευκά αιμοσφαίρια και αιμοπετάλια) μπορούν να απομονωθούν από το πλάσμα με φυγοκέντρηση, ενώ άλλα συστατικά με διαφορετικούς τρόπους, δεν καθιστά τα δεύτερα “κλάσματα” του πλάσματος, τουλάχιστον όχι περισσότερο από τα πρώτα. Τα ερυθρά αιμοσφαίρια και οι πρωτεΐνες της αλβουμίνης δεν είναι σαν να λέμε “θείοι και ανίψια” αλλά “αδέλφια”! Το ανάλογο ενός τμήματος της αλβουμίνης θα ήταν ένα τμήμα ενός ερυθρού αιμοσφαιρίου. Δεν μας εκπλήσσει το ότι μία ιατρική αυθεντία όπως οι Σύγχρονες Μέθοδοι των Τραπεζών Αίματος και των Μεταγγίσεων της Denise M. Harmening (4η έκδοση Philadelphia 1999) συγκαταλέγει την αλβουμίνη, τις ανοσοσφαιρίνες καθώς και τους παράγοντες VIII και IX στα “κύρια συστατικά του αίματος”, χωρίς καμία αναφορά στην ταξινόμηση που προωθεί η Εταιρία. (σελ. 237-240, 246-248) Ομοίως, το Σουηδικό εγχειρίδιο Blodsjukdomar Handbok I Hematologi των Gösta Garthon & Bengt Lundh, 1999 (Εγχειρίδιο Αιματολογίας των Ασθενών του Αίματος), περιλαμβάνει την Αλβουμίνη και τους παράγοντες θρόμβωσης στα “σημαντικότερα συστατικά του αίματος”, και πάλι χωρίς να χρησιμοποιεί την ταξινόμηση της Σκοπιάς. (σελ. 422) Η εξήγηση προφανώς που προσφέρει η Σκοπιά είναι αβάσιμη. Δεν υπάρχει χώρος για διαχωρισμό των συστατικών του αίματος, καθιστώντας ορισμένα αποδεκτά, και ορισμένα όχι.

Το ζήτημα όμως δεν τελειώνει εδώ. Η Σκοπιά της 15ης Ιουνίου του 2000 και της 15ης Ιουνίου του 2004 ισχυρίζεται ότι “τα κλάσματα” του αίματος όπως οι ανοσοσφαιρίνες “μεταφέρονται από το αίμα μιας εγκύου στο ξεχωριστό σύστημα του εμβρύου της” και ότι ορισμένοι Χριστιανοί “μπορεί να συμπεράνουν ότι αφού τα κλάσματα του αίματος περνούν σε κάποιον άλλο άνθρωπο μέσα από αυτή την κατάσταση, μπορούν να αποδεχθούν κλάσματα του αίματος που προέρχονται από το πλάσμα ή τα κύτταρα του αίματος”. (σελ. 30, 31) Το πρόβλημα εδώ δεν είναι μόνο ότι τα “κλάσματα” -σύμφωνα με τον ορισμό της Εταιρίας- περνούν σε κάποιον άλλο άνθρωπο σε αυτή τη φυσιολογική κατάσταση, αλλά ότι “πρωταρχικά συστατικά” -σύμφωνα πάλι με τον ορισμό τους- μπορούν επίσης να περάσουν! Έτσι, το Σύγχρονες Μέθοδοι των Τραπεζών Αίματος και των Μεταγγίσεων της Denise M.Harmening, στο οποίο αναφερθήκαμε πιο πάνω, λέει στη σελίδα 423: “Διαπλακουντική αιμορραγία των ερυθρών αιμοσφαιρίων του εμβρύου στην κυκλοφορία της μητέρας προκύπτει στο 7% των γυναικών κατά την κυοφορία”. Συνεπώς, τα ερυθρά αιμοσφαίρια μπορούν “να περάσουν φυσιολογικά σε έναν άλλο άνθρωπο”. Αυτό θα έκανε τα ερυθρά αιμοσφαίρια τόσο αποδεκτά όσο και οι ανοσοσφαιρίνες. Και πάλι, η θέση της Εταιρίας είναι εμφανώς αβάσιμη.

Τι ισχύει για τα “κλάσματα” των ερυθρών αιμοσφαιρίων που μπορεί σύντομα να είναι διαθέσιμα, και για τα οποία η Εταιρία έχει δώσει το πράσινο φως; Ένα τέτοιο “κλάσμα” είναι ένα λεπτότερο ερυθρό αιμοσφαίριο, με τη σημαντική για τη μεταφορά του οξυγόνου αιμοσφαιρίνη να έχει απαλλαχτεί από τη μεμβράνη στην οποία είναι κλεισμένη. Το αναγνωρισμένο σουηδικό έργο Människokropen Fysiologi Ochanatomi (“Φυσιολογία και ανατομία του ανθρωπίνου σώματος”) των Ian. G. Bjålie. Egil Haug, Olav Sand, Öystein V. Sjaastad (Στοκχόλμη 1998) λέει: “Τα ερυθρά αιμοσφαίρια του αίματος... μπορούν να παρομοιαστούν με μικρά σακουλάκια που είναι γεμάτα με το μόριο που δεσμεύει το οξυγόνο, την αιμοσφαιρίνη... Αυτή είναι που δίνει στο αίμα το κόκκινο χρώμα. Η αιμοσφαιρίνη αποτελεί το 95% των πρωτεϊνών των ερυθροκυττάρων και το 34% του βάρους τους. Οι υπόλοιπες πρωτεΐνες είναι κυρίως ένζυμα που συμμετέχουν στον ενεργειακό κύκλο των κυττάρων.” (σελ. 269)

Είτε το καινούριο προϊόν είναι το PolyHeme, είτε το Hemospan, το ζωτικής σημασίας συστατικό είναι η αιμοσφαιρίνη που λαμβάνεται από τα ερυθρά αιμοσφαίρια του ανθρωπίνου σώματος. Αν το Hemopure κυκλοφορήσει, η λειτουργία του θα βασίζεται στην αιμοσφαιρίνη που θα λαμβάνεται από το αίμα αγελάδας. Πρόκειται για ένα καλό προϊόν, μεγάλης διάρκειας -σε αντίθεση με τα αποθηκευμένα ερυθρά αιμοσφαίρια- χωρίς πιθανότητα μόλυνσης. Θα έχει τη δυνατότητα να μεταφέρει το οξυγόνο ικανοποιητικά, σε αντίθεση με το Dextran και άλλα αποκαλούμενα υποκατάστατα αίματος, τα οποία χρησιμοποιούνται για να αυξάνουν το αίμα. ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΟΜΩΣ ΓΙΑ ΑΙΜΑ! Είναι αίμα, όπως ακριβώς ένα ξεφλουδισμένο πορτοκάλι είναι πάλι πορτοκάλι. Είτε με τη φλούδα, είτε χωρίς αυτή, ένα πορτοκάλι είναι ένα πορτοκάλι. Αν βρεθεί μία μέθοδος διαχωρισμού του πορτοκαλιού στα μέρη του και ταξινόμησης αυτών σε ομάδες των τεσσάρων χωρίς φλούδα, το προϊόν θα είναι πορτοκάλι και κανείς δεν θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει αλλιώς. Με τον ίδιο τρόπο τα λεπτότερα αιμοσφαίρια και η απομονωμένη και προπαρασκευασμένη αιμοσφαιρίνη συνεχίζουν να αποτελούν αίμα. Γι' αυτό, το να λέμε ότι το να λαμβάνουμε ερυθρά αιμοσφαίρια είναι αμαρτία, την στιγμή που αποδεχόμαστε τη λήψη απομονωμένης ζωικής αιμοσφαιρίνης, είναι απροκάλυπτη φαρισαϊκή υποκρισία.

Συνειδητοποιώντας ότι δεν πρόκειται να αποφύγει το παραπάνω συμπέρασμα, η Σκοπιά της 15ης Ιουνίου του 2004, σελ. 24, δήλωσε: “Ορισμένα προϊόντα που έχουν ως βάση τους πρωταρχικά συστατικά μπορεί να είναι όμοια σε λειτουργία με ολόκληρο το συστατικό και να διαδραματίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της ζωής, ώστε πολλοί Χριστιανοί να τα βρίσκουν απαράδεκτα.” Έτσι, θεωρήθηκε ζήτημα συνείδησης το αν θα αποδεχτεί κάποιος προϊόντα που παράγονται από ερυθρά αιμοσφαίρια αν και λέγεται ότι “οι περισσότεροι” Μάρτυρες του Ιεχωβά τα θεωρούν μη αποδεκτά. Ένας Μάρτυρας που δέχεται προϊόντα ερυθρών αιμοσφαιρίων όπως αυτά, θεωρείται ότι έχει σωστή στάση. Ένας Μάρτυρας που δέχεται μη προπαρασκευασμένα ερυθρά αιμοσφαίρια, από την άλλη πλευρά -ακόμη και στην περίπτωση που μόνο αυτά είναι διαθέσιμα- θα θεωρηθεί αμαρτωλός/αμαρτωλή και θα έχει πρόβλημα με τους τοπικούς του/τοπικούς της πρεσβυτέρους. Προφανώς, η αξιοπιστία της Σκοπιάς είναι πλέον μηδενική.

Η χρήση των συστατικών του αίματος (των “κλασμάτων”) προφανώς περιλαμβάνει αποθήκευση μεγάλων, ίσως και μαζικών ποσοτήτων αίματος. Από τη μία πλευρά η οργάνωση της Σκοπιάς ορίζει ως επιτρεπτή τη χρήση αυτών των συστατικών του αίματος -άρα και την αποθήκευση ως μέρος της απομόνωσης και παρασκευής τους- ενώ από την άλλη πλευρά δηλώνει ότι αντιτίθεται σε κάθε είδους αποθήκευση του αίματος, επειδή το καταδικάζει η Γραφή. Αυτή είναι η μοναδική βάση που παρουσιάζουν για την απαγόρευση χρήσης αίματος του ίδιου ατόμου από ένα Μάρτυρα (δηλαδή, το αίμα που ανήκει στο ίδιο το άτομο και αποθηκεύεται για να επανέλθει στην κυκλοφορία κατά τη διάρκεια μιας εγχείρησης)3. Προφανώς, οι θέσεις που λαμβάνονται είναι αυθαίρετες, ασυνεπείς και αντιφατικές. Είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι αυτοί που τις διατυπώνουν, όπως και οι συγγραφείς των εξηγήσεων και της υπεράσπισης αυτών των τακτικών έχουν τέτοια άγνοια των γεγονότων που αδυνατούν να δουν την ασυνέπεια και την αυθαίρετη τοποθέτηση που περιλαμβάνεται σε όλα αυτά. Αυτό και μόνο θα μπορούσε να γλιτώσει τη θέση τους από το να χαρακτηριστεί ανειλικρινής.

Το να θέτει κανονισμούς σε ζητήματα υγείας και ιατρικής περίθαλψης -το να απαγορεύεις ή να επιτρέπεις πράγματα- είναι σαν να περπατά κάποιος σε επικίνδυνο έδαφος. Στη μία περίπτωση μπορεί να αποδειχθούμε ένοχοι επειδή δημιουργήσαμε παράλογους φόβους, και στην άλλη μπορεί να δημιουργήσουμε μία ψευδή αίσθηση ασφάλειας. Ο δρόμος της σοφίας -και της ταπεινοφροσύνης- ορίζει ότι η ευθύνη της απόφασης σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να παραμείνει εκεί που ανήκει εξ' αρχής, στη συνείδηση του ατόμου.

Ο κίνδυνος που συνοδεύει τη μετάγγιση του αίματος και των συστατικών ή των κλασμάτων του αίματος είναι υπαρκτός. Ταυτόχρονα, ισχύει επίσης ότι άνθρωποι μπορούν να πεθάνουν κατά τη διάρκεια μιας εγχείρησης από ακατάσχετη αιμορραγία. Η χρήση του αίματος κάποιου, το οποίο είναι αποθηκευμένο μέχρι τη στιγμή της εγχείρησης, λογικά θα φαίνεται ελκυστική σε άτομα που ανησυχούν για την πιθανότητα μολύνσεων που σχετίζονται με το αίμα. Κι όμως, η οργάνωση έχει την εξουσία να δηλώνει ότι αυτό είναι εκτός του πεδίου της προσωπικής απόφασης, απαγορεύοντας ακόμη και τη “συλλογή αίματος κατά τη διάρκεια της εγχείρησης” (όπου, κατά την εγχείρηση, αίμα αποθηκεύεται σε ένα πλαστικό δοχείο και αργότερα επιστρέφει στο σώμα)4. Πολλές χιλιάδων ανθρώπων είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν το δικαίωμά τους να λάβουν οι ίδιοι τις αποφάσεις τους επάνω σε τόσο κρίσιμα ζητήματα, επιτρέποντας σε μία οργάνωση να αποφασίσει για αυτούς, ακόμη κι αν η ιστορία της δείχνει την απροθυμία της να αποδεχθεί την ευθύνη για τη ζημιά που έχουν προκαλέσει οι τακτικές της. Προβάλλοντας αποκλειστικά σχεδόν τις δηλώσεις και τις εμπειρίες που είναι ευνοϊκές, σπάνια, αν όχι ποτέ, προβάλλουν στον κόσμο τους αρνητικούς παράγοντες.

Εξετάστε ένα μόνο παράδειγμα, το οποίο βρήκαμε σε ένα άρθρο του περιοδικού Discover του Αυγούστου του 1988. Από την ηλικία των 42 ετών, μία γυναίκα Μάρτυρας μέσα σε μία περίοδο πολλών ετών χειρουργήθηκε επανειλημμένα για την αφαίρεση όγκων από την ουροδόχο κύστη. Την τελευταία φορά έπρεπε να περιμένει πάρα πολύ μέχρι να δει το γιατρό της, αιμορραγούσε ακατάσχετα και εμφάνιζε βαριά συμπτώματα αναιμίας. Επέμενε ότι δεν έπρεπε να της γίνει μετάγγιση και η άρνηση της αυτή έγινε σεβαστή. Για μία εβδομάδα οι γιατροί προσπαθούσαν να καταπολεμήσουν την αιμορραγία, χωρίς επιτυχία. Ο αριθμός των αιμοσφαιρίων της συνέχισε να πέφτει. Η γιατρός που έγραφε το άρθρο περιγράφει όσα έλαβαν χώρα:

Σταδιακά, και καθώς ο αριθμός των αιμοσφαιρίων της συνέχισε να πέφτει, κα Peyton άρχισε να ανασαίνει με δυσκολία. Τα όργανα του σώματος απαιτούν μία συγκεκριμένη ποσότητα οξυγόνου για να λειτουργήσουν. Το οξυγόνο αυτό μεταφέρεται από τους πνεύμονες προς την περιφέρεια από μόρια αιμοσφαιρίνης στα ερυθρά αιμοσφαίρια... Η ιατρική ομάδα πρόσφερε στην κα Peyton συμπληρωματικό οξυγόνο μέσα από μάσκα, μέχρι που αυτή ανάσαινε ανάσαινε πρακτικά καθαρό O2. Τα λίγα ερυθρά αιμοσφαίρια που της είχαν απομείνει ήταν πλήρως φορτωμένα – απλά δεν υπήρχαν αρκετά “οχήματα” για να μεταφέρουν το καύσιμο που χρειαζόταν το σώμα της.

Η δίψα της για αέρα αυξήθηκε. Ο αναπνευστικός της ρυθμός ανέβηκε. Η ίδια έγινε πιο αδύναμη και τελικά -αναπόφευκτα- οι μυϊκές ίνες της καρδιάς της δήλωσαν την έντονη ανάγκη τους για οξυγόνο. Τελικά εμφάνισε οξύ πόνο στο στήθος.

Τα όσα έγραψε η γιατρός στο άρθρο περιγράφουν τα συναισθήματά της όταν έφτασε στο δωμάτιο της ασθενούς:

Καθώς μπήκα στο δωμάτιο... με εξέπληξαν τα όσα διαδραματίζονταν μπροστά μου. Στο κέντρο της προσοχής όλων ήταν μία εύσωμη γυναίκα με μία μάσκα οξυγόνου στο πρόσωπο, η οποία χρειαζόταν αέρα, και η οποία ανάσαινε πιο γρήγορα από ό,τι φαινόταν ανθρωπίνως δυνατό. Δίπλα στο κεφάλι της ήταν τρεις φίλοι, μέλη της εκκλησίας της (Μάρτυρες), που την ενθάρρυναν... Δίπλα της βρίσκονταν πολλοί γιατροί – ένας παρακολουθούσε την πίεση του αίματός της, η όποια συνεχώς έπεφτε, κάποιος άλλος τραβούσε αίμα από μία αρτηρία. Το υγρό που σιγά σιγά γέμισε τη σύριγγα ήταν αρκετά αραιό. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων ερυθρών αιμοσφαιρίων στο δείγμα αυτό ήταν 9 (κανονικά θα έπρεπε να ήταν 40). Από το κρεβάτι της κρεμόταν ένα δοχείο με κατακόκκινα ούρα. Η γυναίκα πέθαινε. Το καρδιογράφημα έδειξε μια καρδιά που πονούσε. Μέσα σε λίγες ώρες η ζημιά που αποκάλυπτε θα ήταν μη αναστρέψιμη.

Η γυναίκα έπαθε ανακοπή. Μία ομάδα γιατρών και νοσηλευτών ξεκίνησαν καρδιοπνευμονική αναζωογόνηση, χορήγησαν επινεφρίνη και ατροπίνη, έπειτα εφάρμοσαν ένα ηλεκτρικό τράνταγμα στην καρδιά. Αυτή ξεκίνησε και πάλι να λειτουργεί, σε λίγο όμως σταμάτησε. Κι άλλη καρδιοπνευμονική αναζωογόνηση, περισσότερη επινεφρίνη και ατροπίνη, κι άλλο ηλεκτρικό τράνταγμα, κι άλλη καρδιοπνευμονική αναζωογόνηση. Αυτό συνεχίστηκε για μία ώρα περίπου, ώσπου δεν υπήρχε πλέον ελπίδα ή νόημα. Ο ασθενής ήταν νεκρός, πέρα από οποιαδήποτε βοήθεια.

Η γιατρός που περιγράφει όλα αυτά δεν χαρακτήρισε τη γυναίκα απλά ως φανατική. Αυτή έγραψε:

Ήταν μία έξυπνη γυναίκα, μου είπαν, η οποία είχε πλήρη επίγνωση των συνεπειών τής απόφασής της. Η κρίση της, όμως, μου φάνηκε ότι πήγαζε από ένα τυφλό σημείο που είχε επιβάλει η πίστη της5.

Εδώ λοιπόν έχουμε μία γυναίκα με ένα πρόβλημα που προέκυπτε ξανά και ξανά, και το οποίο απαιτούσε επαναλαμβανόμενες εγχειρήσεις. Γνωρίζοντας το, η αποθήκευση μιας ποσότητας του δικού της αίματος θα μπορούσε να τής χρησιμεύσει ως μία ασφαλέστερη, προτεινόμενη διαδικασία. “Ο θεοκρατικός νόμος” όμως το απαγόρευσε. Η υπακοή στο “θεοκρατικό νόμο” δεν της άφησε το περιθώριο για προσωπική απόφαση σε αυτό το ζήτημα.

Αν οι τακτικές της οργάνωσης βασίζονταν πράγματι στη Βίβλο, τότε κάθε οδυνηρή δοκιμασία που θα προέκυπτε ως αποτέλεσμα της προσκόλλησης σε αυτές τις τακτικές -όπως η επιζήμια καθυστέρηση ή αποφυγή μιας εγχείρησης εξαιτίας αβεβαιότητας στα ζητήματα που αφορούν το αίμα, ακόμη και η απώλεια ζωής εξαιτίας του αισθήματος της υποχρέωσης προς το Θεό να απορριφθεί οτιδήποτε έχει σχέση με το αίμα, πλην των επιτρεπόμενων συστατικών- όλα αυτά θα μπορούσαν απλά να θεωρηθούν ως δοκιμασίες που ένας υπηρέτης του Θεού πρέπει να είναι πρόθυμος να αντιμετωπίσει6. Πολλοί Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι ιδιαίτερα ειλικρινής στην τήρηση των προτύπων της οργάνωσης από αυτή την άποψη. Ως αποτέλεσμα, ορισμένοι από αυτούς έχουν δει τα παιδιά τους να πεθαίνουν και θα ήταν άδικο να υπαινιχθούμε ότι αυτό οφείλεται σε έλλειψη αγάπης από την πλευρά τους. Απλά αποδέχθηκαν ότι τα πρότυπα και οι τακτικές της οργάνωσης -όσο περίπλοκα κι αν είναι, όση σύγχυση κι αν προκαλούν- είναι βασισμένα στη Βίβλο και συνεπώς αποτελούν εντολές του Θεού. Κι όμως, λίγοι είναι εκείνοι οι ισχυρισμοί που υποστηρίχθηκαν με λιγότερο πειστικό τρόπο από αυτούς.

Όπως σημειώθηκε, πολλά από τα επιχειρήματα της Σκοπιάς εστιάζουν σε κείμενα των Εβραϊκών Γραφών, ιδιαίτερα στις διατάξεις του Μωσαϊκού νόμου. Αφού η Εταιρία αναγνωρίζει ότι οι Χριστιανοί δεν βρίσκονται πλέον κάτω από αυτό το Νόμο, συχνά παραθέτει το Γεν. 9:1-7. Αυτό λέει:

Και ευλόγησεν ο Θεός τον Νώε και τους υιούς αυτού· και είπε προς αυτούς, Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε, και γεμίσατε την γήν· και ο φόβος σας και ο τρόμος σας θέλει είσθαι επί πάντα τα ζώα της γης, και επί πάντα τα πτηνά του ουρανού, επί παν ό,τι έρπει επί της γης, και επί πάντας τους ιχθύας της θαλάσσης· εις τας χείρας σας εδόθησαν· παν κινούμενον, το οποίον ζη, θέλει είσθαι εις σας προς τροφήν· ως τον χλωρόν χόρτον έδωκα τα πάντα εις εσάς· κρέας όμως με την ζωήν αυτού, με το αίμα αυτού, δεν θέλετε φάγει· και εξάπαντος το αίμα σας, το αίμα της ζωής σας, θέλω εκζητήσει εκ της χειρός παντός ζώου θέλω εκζητήσει αυτό, και εκ της χειρός του ανθρώπου· εκ της χειρός παντός αδελφού αυτού θέλω εκζητήσει την ζωήν του ανθρώπου· όστις χύση αίμα ανθρώπου, υπό ανθρώπου θέλει χυθή το αίμα αυτού· διότι κατ' εικόνα Θεού εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον· σεις δε αυξάνεσθε και πληθύνεσθε, πολλαπλασιάζεσθε επί της γης, και πληθύνεσθε επ' αυτής.

Ισχυρίζονται ότι αφού όλοι οι άνθρωποι κατάγονται από το Νώε και τους γιους του, οι εντολές αυτές ισχύουν ακόμη για κάθε άνθρωπο. Υπονοείται δε ότι οι εντολές περί του αίματος στο Μωσαϊκό νόμο αποτελούν επανάληψη ή προέκταση των βασικών νόμων που παρουσιάστηκαν νωρίτερα και οι οποίοι ισχύουν ακόμη. Διαφορετικά, αφού οι Χριστιανοί δεν βρίσκονται κάτω από το Μωσαϊκό νόμο, δεν θα υπήρχε νόημα στην παρουσίαση κειμένων μέσα από αυτόν, σαν να είχαν σχέση με το ζήτημα7. Η θεϊκή εντολή περί αίματος που δόθηκε στο Νώε θεωρείται ότι έχει αιώνια ισχύ.

Αν αυτό είναι αλήθεια, τότε δεν θα έπρεπε να ισχύει και κάτι ανάλογο με την εντολή “αυξάνεσθε και πληθύνεσθε, πολλυπλασιάζεσθε επί της γης, και πληθύνεσθε επ' αυτής”; Και αν ισχύει κάτι τέτοιο, πώς μπορεί η Σκοπιά να δικαιολογήσει το ότι ενθαρρύνει όχι μόνο την αγαμία, αλλά και την ατεκνία μεταξύ των Μαρτύρων που είναι παντρεμένοι; Κάτω από την επικεφαλίδα “Η τεκνοποιΐα σήμερα” η Σκοπιά της 1ης Μαρτίου του 1988 (σελ. 21) λέει ότι, έχοντας υπόψη τον “περιορισμένο χρόνο” που διαθέτουν για να πραγματοποιήσουν το έργο του κηρύγματος, “οι Χριστιανοί πρέπει να αναρωτηθούν το πώς θα επηρεάσει τη συμμετοχή τους σε αυτό το ζωτικής σημασίας έργο το αν θα παντρευτούν, ή το αν όντως παντρευτούν το αν θα αποκτήσουν παιδιά”. Αναγνωρίζει ότι η τεκνοποιία ήταν μέρος της εντολής του Θεού που δόθηκε μετά τον Κατακλυσμό, αλλά δηλώνει ότι (σελ. 26) “σήμερα η τεκνοποιία δεν αποτελεί συγκεκριμένο τμήμα του έργου που ο Ιεχωβά έχει αναθέσει στο λαό του... Άρα, το ζήτημα της τεκνοποιίας σε αυτούς τους τελευταίους καιρούς είναι κάτι το προσωπικό, το οποίο πρέπει να αποφασίσει κάθε ζευγάρι ξεχωριστά. Κι όμως, αφού ο καιρός που απομένει είναι λίγος, τα παντρεμένα ζευγάρια καλά θα έκαναν να ζυγίσουν προσεκτικά τα υπέρ και τα κατά της τεκνοποιίας σήμερα”. Αν τα λόγια του Ιεχωβά προς το Νώε σχετικά με την τεκνοποιία και τον “πολλαπλασιασμό” μπορούν να παραμεριστούν σαν να μην είναι εφαρμόσιμα πλέον, πώς μπορεί κάποιος με συνέπεια να υποστηρίξει ότι τα λόγια Του σχετικά με το αίμα μπορούν να θεωρηθούν ότι βρίσκονται ακόμη σε ισχύ, και να τα χρησιμοποιήσει επιπλέον σαν βάση για να δικαιολογήσει την εφαρμογή διατάξεων του Μωσαϊκού νόμου σχετικά με το αίμα σε Χριστιανούς του σήμερα;

Ακόμη πιο σημαντικό είναι όμως οι λέξεις αυτές στη Γένεση παρουσιάζονται με τρόπο ώστε να λένε κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που λένε στην πραγματικότητα. Η ανάγνωση του σχετικού κειμένου θα δείξει ότι ο Θεός σε αυτό μιλά για το αίμα αποκλειστικά σε σχέση με τη θανάτωση ζώων και συνεπώς με τη θανάτωση ανθρώπων. Στην περίπτωση των ζώων, το αίμα τους χυνόταν ως ένδειξη της αναγνώρισης ότι η ζωή που θυσιαζόταν (για τροφή) λαμβανόταν μόνο μετά την άδεια του Θεού, όχι από έμφυτο δικαίωμα. Με τον άνθρωπο, η έκχυση αίματος απαιτούσε τη ζωή εκείνου που την προκάλεσε, αφού η ανθρώπινη ζωή αποτελεί δώρο του Θεού και πουθενά δεν δίνει Αυτός την εξουσία σε κάποιον άνθρωπο να την αφαιρεί κατά βούληση. Το αίμα των ζώων και των ανθρώπων που χύθηκε αντιπροσωπεύει τη ζωή που χάθηκε8. Το ίδιο ισχύει όσον αφορά τα κείμενα του Μωσαϊκού Νόμου και τις συχνά αναφερόμενες διατάξεις του για την έκχυση του αίματος. Σε όλες τις περιπτώσεις, αυτό αναφέρεται ξεκάθαρα στο αίμα των ζώων που σφαγιάστηκαν. Το αίμα αντιπροσωπεύει τη ζωή που αφαιρέθηκε, όχι τη ζωή που συνεχίζει να υπάρχει στο πλάσμα9.

Οι μεταγγίσεις του αίματος όμως δεν είναι το αποτέλεσμα της θανάτωσης άλλων ζώων ή ανθρώπων, αφού το αίμα προέρχεται από ένα ζωντανό δότη, ο οποίος ζει ακόμη. Αντί να αντιπροσωπεύει το θάνατο κάποιου, το αίμα αυτό χρησιμοποιείται για τον αντίθετο ακριβώς σκοπό, δηλαδή τη διατήρηση της ζωής. Αυτό λέγεται όχι για να χαρακτηρίσουμε τις μεταγγίσεις αίματος ως μία επιθυμητή πρακτική ή για να ισχυριστούμε ότι είναι αναμφισβήτητα ορθές, αλλά για να δείξουμε απλά ότι δεν υπάρχει ουσιαστικά σύνδεση ή ομοιότητα μεταξύ της εντολής της Γένεσης επάνω στη σφαγή του ζώου και την βρώση του αίματός του, και τη χρήση του αίματος κατά την διάρκεια μιας μετάγγισης. Ο παραλληλισμός είναι απλά ανύπαρκτος.

Το Δεκέμβριο του 1981, ένας άντρας που τότε σπούδαζε ανάμεσα στους Μάρτυρες του Ιεχωβά έγραψε προς την Εταιρία της Σκοπιάς, εκφράζοντας τη δυσκολία του στο να εναρμονίσει την τακτική επάνω στις μεταγγίσεις αίματος με τις Γραφές που προβάλλονταν ως η βάση αυτής. Τα επιχειρήματά του επάνω στα σχετικά κείμενα αποκαλύπτουν συμπεράσματα όμοια με αυτά που παρουσιάστηκαν παραπάνω:

Συνεπώς, τα κείμενα που παρουσιάστηκαν πιο πάνω μου δίνουν την εντύπωση ότι δείχνουν πως οι απαγορευτικές διατάξεις σχετικά με το αίμα και τη βρώση του στη Βίβλο αναφέρονται αποκλειστικά στην περίπτωση εκείνη που ο άνθρωπος σκοτώνει το θύμα και έπειτα χρησιμοποιεί το αίμα του χωρίς να το επιστρέφει στο Θεό, ο οποίος είναι ο μόνος που έχει το δικαίωμα να αφαίρεση ζωή.

Εντυπωσιάστηκα ιδιαίτερα όμως με την παρακάτω έκφραση του, προς το κλείσιμο της επιστολής του:

Ένα ακόμη σημείο σχετικά με το ζήτημα αυτό που με ενόχλησε είναι ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά λένε ότι ο Θεός απαγορεύει να τρώμε αίμα επειδή συμβολίζει τη ζωή, η οποία έχει μεγάλη άξια στα ματιά του Θεού, και ότι θέλει να εγχαράξει στο ανθρώπινο μυαλό την άξια της ζωής μέσα από την απαγόρευση της βρώσης του αίματος. Κι αυτό μου φαίνεται απόλυτα λογικό. Κι όμως, αδυνατώ να διακρίνω το πώς το σύμβολο μπορεί να έχει μεγαλύτερη αξία από την πραγματικότητα που συμβολίζει.

Ομολογουμένως, στις περισσότερες περιπτώσεις οι μεταγγίσεις του αίματος έχουν μικρή αξία -ή στην πραγματικότητα είναι επιζήμιες- κι όμως, σε ένα πολύ μικρό ποσοστό περιπτώσεων, το αίμα είναι το μοναδικό μέσο για τη διατήρηση της ζωής έως ότου δοθεί μία διαφορετική θεραπεία, όπως π.χ. στη μαζική εσωτερική αιμορραγία που δεν μπορεί να σταματήσει αμέσως. Μου φαίνεται ότι σε μία παρόμοια κατάσταση, το να αφήσεις τον άνθρωπο να πεθάνει για να κρατήσεις το σύμβολο της ζωής αποτελεί από μόνο του αντίφαση, και τοποθετεί μεγαλύτερη σημασία στο σύμβολο παρά στην πραγματικότητα που αυτό συμβολίζει.

...Πιστεύω με την ίδια πεποίθηση που έχουν και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ότι ένας γνήσιος Χριστιανός θα πρέπει να είναι έτοιμος να προσφέρει τη ζωή του για την πίστη του στο Θεό, αν κληθεί να το κάνει. Αλλά το να δώσει κάποιος τη ζωή του όταν ο Θεός δεν τη ζητά στην πραγματικότητα, δεν μου φαίνεται ότι θα είχε ιδιαίτερη αξία10.

Ως συμπέρασμα, το να χρησιμοποιεί κάποιος τους νόμους που απαιτούν την έκχυση αίματος για να καταδικάσει την αποθήκευση του αίματος σημαίνει ότι αγνοεί το διατυπωμένο σκοπό αυτών των νόμων. Σύμφωνα με το νοηματικό πλαίσιο, οι Ισραηλίτες είχαν δεχθεί την εντολή να χύνουν το αίμα των σφαγμένων ζώων για να διασφαλίσουν ότι το αίμα δεν επρόκειτο να φαγωθεί, όχι για να διασφαλίσουν ότι δεν επρόκειτο να αποθηκευτεί. Η αποθήκευση δεν ήταν κάτι που τους απασχολούσε. Το να μεταχειριστεί κάποιος αυτούς τους νόμους με το συγκεκριμένο τρόπο είναι παράλογο και αποτελεί παραποίηση των ενδείξεων, αφού τους προσδίδει ένα νόημα που δεν διατυπώνεται ούτε άμεσα ούτε έμμεσα.

Αφού οι Χριστιανοί δεν βρίσκονται κάτω από κάποιον νομικό κώδικα αλλά κάτω από το “βασιλικό νόμο της αγάπης” και το “νόμο της πίστης”, τα σημεία αυτά απαιτούν οπωσδήποτε σοβαρή σκέψη και διαλογισμό11. Δείχνει πράγματι εκτίμηση προς την αξία της ζωής ώστε να επιβάλλει αυθαίρετες τακτικές σε κρίσιμες καταστάσεις; Φανερώνει όντως αγάπη προς το Θεό ή τον πλησίον για να το κάνει χωρίς σαφείς διατυπώσεις από το Λόγο του Θεού προς υποστήριξη;

Αναμφισβήτητα, η κύρια βιβλική περικοπή που χρησιμοποιείται στην επιχειρηματολογία της Σκοπιάς είναι αυτή στα Πραξ. 15:28 και 29. Τα εδάφια αυτά περιέχουν την απόφαση του συμβουλίου της Ιερουσαλήμ και περιλαμβάνουν τις λέξεις “να απέχητε από ειδωλοθύτων και αίματος και πνικτού και πορνείας”. Οι Βιβλικές ενδείξεις επάνω στο ότι αυτό δεν ειπώθηκε ως μία δεσμευτική νομική διακήρυξη σχολιάζονται παρακάτω στο κεφάλαιο. Το ζήτημα είναι κρίσιμο, αφού αποτελεί τη βάση της επιχειρηματολογίας της Εταιρίας ότι οι διατάξεις του Μωσαϊκού νόμου έχουν μετατοπιστεί στο Χριστιανισμό. Ενώ ασχολούμαστε με αυτό το σημείο αργότερα, εδώ μπορούμε να πούμε ότι η προτροπή “απεχήτε από αίματος” αναφέρεται ξεκάθαρα στην βρώση του αίματος. Η Σκοπιά της 15ης Ιουνίου του 1978 (σελ. 23) στην πραγματικότητα αναφέρει τα λόγια του καθηγητή Eduard Meyer, ο οποίος είπε ότι το νόημα του “αίματος” σε αυτή την περικοπή είναι “η λήψη του αίματος που απαγορευόταν από το νόμο (Γεν. 9:4) που δόθηκε στο Νώε και στην ανθρωπότητα σαν σύνολο”. Η “λήψη” αυτή αναφέρεται στην βρώση12.

Ένα μείζον ερώτημα λοιπόν είναι το αν μπορεί να αποδειχθεί ότι η μετάγγιση αίματος αποτελεί “βρώση” του αίματος, όπως υποστηρίζει η οργάνωση της Σκοπιάς. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει στερεή βάση για έναν τέτοιο ισχυρισμό. Υπάρχουν, βέβαια, ιατρικές μέθοδοι “ενδοφλέβιας τροφοδοσίας” κατά την οποία ειδικά παρασκευασμένα υγρά που περιέχουν θρεπτικά υλικά, όπως γλυκόζη, εισάγονται στις φλέβες και προσφέρουν θρέψη. Όμως, όπως γνωρίζουν οι ιατρικές αρχές, και όπως έχει αποδεχθεί κατά καιρούς η Εταιρία της Σκοπιάς, η μετάγγιση αίματος δεν αποτελεί ενδοφλέβια τροφοδοσία. Στην ουσία αποτελεί μεταμόσχευση (ενός υγρού ιστού), όχι έγχυση θρεπτικού συστατικού13. Κατά τη μεταμόσχευση νεφρού, το νεφρό δεν καταναλώνεται ως τροφή από το σώμα στο οποίο εισέρχεται. Παραμένει νεφρό με την ίδια μορφή και λειτουργία. Το ίδιο ισχύει και για το αίμα. Δεν καταναλώνεται ως τροφή όταν “μεταμοσχεύεται” σε ένα άλλο σώμα. Παραμένει ο ίδιος υγρός ιστός, με την ίδια μορφή και λειτουργία. Τα κύτταρα του σώματος προφανώς δεν χρησιμοποιούν το μεταμοσχευμένο αυτό αίμα ως τροφή. Για να το κάνουν, το αίμα θα έπρεπε πρώτα να περάσει από το πεπτικό σύστημα, να διασπαστεί και να υποστεί κατάλληλη επεξεργασία ώστε τα κύτταρα του σώματος να μπορέσουν να το απορροφήσουν - συνεπώς, θα έπρεπε ουσιαστικά και κυριολεκτικά να φαγωθεί και να λειτουργήσει σαν τροφή14.

Όταν οι γιατροί πιστεύουν ότι απαιτείται μετάγγιση αίματος, ο λόγος δεν είναι ότι ο ασθενής πάσχει από ασιτία. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτό οφείλεται στο ότι ο ασθενής έχει έλλειψη όχι σε θρεπτικά συστατικά, αλλά σε οξυγόνο, το οποίο με τη σειρά του οφείλεται στο ότι υπάρχει έλλειψη μεταφορέων που θα μετακινούσαν την απαιτούμενη ποσότητα οξυγόνου, δηλαδή, έλλειψη ερυθρών αιμοσφαιρίων του αίματος. Σε άλλες περιπτώσεις, το αίμα χορηγείται εξαιτίας ανάγκης για άλλους παράγοντες, όπως ανάγκη για παράγοντες θρόμβωσης (όπως τα αιμοπετάλια), ανοσοσφαιρίνες (αντισώματα) ή άλλα στοιχεία, αλλά και πάλι, όχι με σκοπό να παρασχεθεί “θρέψη”.

Στην προσπάθειά της να αντιμετωπίσει τις ενδείξεις ότι η μετάγγιση αίματος δεν ισοδυναμεί με βρώση, δεν αποσκοπεί στη “θρέψη” του σώματος, η Εταιρία της Σκοπιάς συχνά προσπαθεί αυθαίρετα να διευρύνει το ζήτημα, συνδέοντας ή και αντικαθιστώντας τον όρο “θρέψη” με την έκφραση “να διατηρήσει τη ζωή”15.

Η σύγχυση επάνω στο ζήτημα που επιτεύχθηκε με την αυθαίρετη εισαγωγή της ιδέας περί της “διατήρησης της ζωής” επιτρέπει στην οργάνωση της Σκοπιάς να επιβάλει στα μέλη της την ιδέα ότι αν κάποιος αποδεχθεί μία μετάγγιση αίματος περιφρονεί το αντίλυτρο που προσέφερε η σωτήρια δύναμη του αίματος του Χριστού, το οποίο χύθηκε κατά τη θυσία Του. Η διπροσωπία σε αυτή τη λογική φαίνεται στο ότι τα κλάσματα του αίματος που η οργάνωση της Σκοπιάς επιτρέπει στα μέλη της να λάβουν, χορηγούνται συχνά ακριβώς για να σώσουν ή να “διατηρήσουν” τη ζωή του ανθρώπου, όπως στην περίπτωση του Παράγοντα VIII, που χορηγείται σε όσους πάσχουν από αιμορροφιλία, ή των ανοσοσφαιρινών, που χορηγούνται για να προστατέψουν ενάντια σε ασθένειες που απειλούν τη ζωή ή να αποτρέψουν το θάνατο ενός βρέφους εξαιτίας ασυμβατότητας Rh16. Είναι άδικο και σκληρό να προσβάλλουμε το κίνητρο εκείνων που επιδιώκουν να διατηρήσουν τη ζωή τους, ή τη ζωή αγαπημένων τους προσώπων, επειδή δεν υποτάσσονται σε συγκεκριμένους κανόνες και απαγορεύσεις που προέρχονται από μία θρησκευτική οργάνωση, η οποία αποδίδει την πράξη τους σε έλλειψη πίστης στα κίνητρά τους, όταν μάλιστα δεν υπάρχει ασφαλής και στερεά βάση για να το κάνει, Βιβλική ή όχι. Αποτελεί προσπάθεια για την επιβάρυνσή τους με ένα αίσθημα ενοχής που επιβάλλουν τα ανθρώπινα πρότυπα, όχι τα Θεϊκά.


Απέχητε από αίματος”

Η επιστολή που εστάλη από τους αποστόλους και τους πρεσβυτέρους της Ιερουσαλήμ, σύμφωνα με την αφήγηση του 15ου κεφαλαίου των Πράξεων, χρησιμοποιεί τον όρο “απέχομαι” αναφερόμενη σε πράγματα που θυσιάζονταν στα είδωλα, το αίμα, τα πνιχτά και την πορνεία17. Ο Ελληνικός όρος που χρησιμοποίησαν σημαίνει “μένω μακριά από κάτι”. Οι εκδόσεις της Σκοπιάς υπαινίσσονται ότι, όσον αφορά το αίμα, ο όρος αυτός έχει μία γενική, καθολική σημασία. Έτσι, η έκδοση Μπορείς να ζήσεις για πάντα στον παράδεισο επί της γης, σελ. 216, λέει: “Το να απέχει κάποιος από το αίμα σημαίνει ότι δεν το δέχεται καθόλου στο σώμα του”. Ομοίως, η Σκοπιά της 1ης Μαΐου 1988, σελ. 17, λέει: “Το να πορευόμαστε στα βήματα του Ιησού περιλαμβάνει το να μην λαμβάνουμε αίμα στο σώμα μας, είτε στοματικά, είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.” Ο παραπάνω όρος όμως, όπως χρησιμοποιείται από τις Γραφές, έχει άραγε την απόλυτη έννοια με την οποία εκφράζονται αυτές οι εκδόσεις; Ή μπορεί αντίθετα να έχει μία σχετική έννοια, αναφερόμενος σε μία συγκεκριμένη και οριοθετημένη εφαρμογή;

Το ότι μπορεί να εφαρμοστεί, όχι με μία γενική, καθολική έννοια, αλλά με ένα συγκεκριμένο, ορισμένο τρόπο μπορεί να φανεί από τη χρήση του σε περικοπές όπως το Α´ Τιμ. 4:3. Εκεί ο απόστολος Παύλος προειδοποιεί ότι ορισμένοι αυτοαποκαλούμενοι Χριστιανοί θα εισήγαγαν διδασκαλίες καταστροφικού χαρακτήρα, “εμποδιζόντων τον γάμον, προσταζόντων αποχήν (εδώ χρησιμοποιείται η ίδια λέξη με το Πραξ. 15) βρωμάτων, τα οποία ο Θεός έκτισε διά να μεταλαμβάνωσι μετά ευχαριστίας οι πιστοί και οι γνωρίσαντες την αλήθειαν”. Προφανώς, αυτό που εννοεί δεν είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί θα απαιτούσαν από τους άλλους να απέχουν ολοκληρωτικά από τα φαγητά που ο Θεός δημιούργησε. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ολοκληρωτική, συνεχή νηστεία και θα οδηγούσε στο θάνατο. Προφανώς αναφερόταν στο ότι απαγόρευαν συγκεκριμένα φαγητά, πιθανότατα αυτά που απαγόρευε και ο Μωσαϊκός νόμος.

Ομοίως, στο Α´ Πετ. 2:11 ο απόστολος προτρέπει:

Αγαπητοί, σας παρακαλώ ως ξένους και παρεπιδήμους, να απέχητε από των σαρκικών επιθυμιών, αίτινες στρατεύονται κατά της ψυχής

Αν έπρεπε να προσεγγίσουμε την έκφραση αυτή κυριολεκτικά, με μία απόλυτη έννοια, αυτό θα σήμαινε ότι δεν θα μπορούσαμε να ικανοποιήσουμε καμία απολύτως σαρκική επιθυμία. Βέβαια, δεν είναι αυτό που εννοούν τα λόγια του αποστόλου. Έχουμε πολλές “σαρκικές επιθυμίες”, συμπεριλαμβανομένης και της ανάγκης μας να αναπνέουμε, να τρώμε, να κοιμόμαστε, να απολαμβάνουμε την ψυχαγωγία και πολλές άλλες, οι οποίες είναι φυσιολογικές και καλές. Άρα, η αποχή από τις “σαρκικές επιθυμίες” ερμηνεύεται μόνο στο πλαίσιο στο οποίο έγραψε ο απόστολος, αναφερόμενος όχι σε όλες τις σαρκικές επιθυμίες, αλλά μόνο στις επιζήμιες, αμαρτωλές επιθυμίες, οι οποίες πράγματι στρατεύονται κατά της ψυχής.

Το ερώτημα συνεπώς είναι ποιο είναι το πλαίσιο στο οποίο εφάρμοσε ο Ιάκωβος και το αποστολικό συμβούλιο την έκφραση “απέχητε από αίματος”; Το ίδιο το συμβούλιο ασχολήθηκε με την προσπάθεια ορισμένων να απαιτήσουν από τους Εθνικούς Χριστιανούς όχι μόνο να περιτμηθούν αλλά επίσης να “φυλάττωσι τον νόμον του Μωϋσέως”18. Αυτό είναι το ζήτημα στο οποίο αναφερόταν ο απόστολος Πέτρος, η τήρηση του Μωσαϊκού νόμου, τον οποίο είχε χαρακτηρίσει ως “ζυγόν” δουλείας19. Όταν μίλησε ο Ιάκωβος πριν τη συγκέντρωση και τόνισε τα πράγματα που πρότεινε από τα οποία θα έπρεπε να απέχουν οι Εθνικοί Χριστιανοί -πράγματα μολυσμένα από είδωλα, πορνεία, πνιχτά και αίμα- έκανε στη συνέχεια την εξής δήλωση:

Διότι ο Μωϋσής από γενεάς αρχαίας έχει εν πάση πόλει τους κηρύττοντας αυτόν εν ταις συναγωγαίς, αναγινωσκόμενος κατά παν Σάββατον20.

Η πρότασή του λοιπόν αφορούσε τα όσα άκουγαν οι άνθρωποι όταν γινόταν ανάγνωση των λόγων του Μωϋσή στις συναγωγές. Ο Ιάκωβος γνώριζε ότι στους αρχαίους καιρούς υπήρχαν Εθνικοί, άνθρωποι των εθνών, που ζούσαν στη γη του Ισραήλ, ανάμεσα στην Ιουδαϊκή κοινότητα. Ποιες ήταν οι απαιτήσεις του Μωσαϊκού νόμου για αυτούς; Δεν απαιτούσε να κάνουν περιτομή, αλλά απαιτούσε την αποχή τους από συγκεκριμένες συνήθειες και πρακτικές, οι οποίες είναι καταγεγραμμένες στο βιβλίο του Λευιτικού, κεφάλαια 17 και 18. Ο νόμος αυτός τόνιζε ότι όχι μόνο οι Ισραηλίτες, αλλά και “οι ξένοι και οι παροικούντες” ανάμεσά τους έπρεπε να απέχουν από ειδωλολατρικές θυσίες (Λευ. 17:7-9), από την βρώση αίματος, από “θνησιμαίον ή διεσπαραγμένον υπό θηρίου” (Λευ. 17:10-16) και από πράξεις που χαρακτηρίζονταν ως σεξουαλικά ανήθικες (συμπεριλαμβανομένης της αιμομιξίας και των ομοφυλοφιλικών πράξεων) – Λευ. 18:6-26.

Ενώ η γη του Ισραήλ βρισκόταν πλέον κάτω από τον έλεγχο Εθνικών, με μεγάλους αριθμούς Ιουδαίων να ζουν σε διάφορες άλλες χώρες (αυτοί αποκαλούνταν “η διασπορά”, άνθρωποι που είχαν διασκορπιστεί δηλαδή σε πολλά άλλα κράτη), ο Ιάκωβος γνώριζε ότι σε πολλές πόλεις της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας η Ιουδαϊκή κοινότητα αποτελούσε μακρόκοσμο της κατάστασης που επικρατούσε στην Παλαιστίνη κατά τους αρχαίους χρόνους, από την άποψη ότι ήταν συνηθισμένο φαινόμενο οι Εθνικοί να παραβρίσκονται στις συναγωγές των Ιουδαίων, και να είναι αναμεμιγμένοι με αυτούς21.

Οι πρώτοι Χριστιανοί, τόσο οι Ιουδαίοι όσο και οι Εθνικοί, συνέχισαν να συχνάζουν στις συναγωγές, και όπως γνωρίζουμε ο Παύλος και άλλοι αρχικά έκαναν πολλά από τα κηρύγματα και τη διδασκαλία τους εκεί22. Η αναφορά του Ιακώβου στην ανάγνωση του Μωϋσή στις συναγωγές πολλών πόλεων αποτελεί λόγο για να θεωρήσουμε ότι, όταν σχημάτισε τη λίστα των πραγμάτων που μόλις πριν είχε ονομάσει, είχε κατά νου τις απαγορεύσεις που ο Μωϋσής είχε θέσει για τους Εθνικούς που βρίσκονταν ανάμεσα στην Ιουδαϊκή κοινότητα, κατά τους αρχαίους χρόνους. Όπως έχουμε δει, ο Ιάκωβος δεν ανέφερε μόνο τα ίδια πράγματα που αναφέρει και το βιβλίο του Λευιτικού, αλλά και με την ίδια ακριβώς σειρά - αποχή από ειδωλολατρικές συνήθειες, αίμα, πνιχτά (των οποίων το αίμα δεν είχε αφαιρεθεί) και σεξουαλική ανηθικότητα. Πρότεινε την τήρηση της αποχής από τα ίδια πράγματα όσον αφορά τους Εθνικούς πιστούς, και ο λόγος πίσω από την αποχή αυτή ήταν οι συνθήκες που τότε επικρατούσαν, η συνύπαρξη δηλαδή Εθνικών και Ιουδαίων πιστών στις Χριστιανικές συναθροίσεις, και η ανάγκη της διατήρησης της ειρήνης και της αρμονίας μέσα σε αυτή την κατάσταση. Όταν οι Εθνικοί Χριστιανοί δέχθηκαν την προτροπή να απέχουν από το αίμα, αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό όχι με μία γενική και καθολική έννοια, αλλά με την συγκεκριμένη έννοια της βρώσης του αίματος, κάτι δηλαδή που ήταν απεχθές για τους Ιουδαίους. Το να γενικεύσει κάποιος την κατάσταση και να προσδώσει στο αίμα, αυτό καθ' αυτό, ένα χαρακτήρα ταμπού, σημαίνει ότι έχει βγάλει το ζήτημα από το Βιβλικό και ιστορικό του πλαίσιο και του έχει δώσει ένα νόημα, το οποίο απλά δεν υφίσταται23.

Είναι αξιοσημείωτο το ότι ο Ιάκωβος ανάμεσα στα πράγματα που απαγορευόταν, δεν έκανε την παραμικρή αναφορά στο φόνο ή την κλοπή. Τα πράγματα αυτά ήταν ήδη καταδικασμένα, τόσο ανάμεσα στους Εθνικούς όσο και τους Ιουδαίους. Οι Εθνικοί όμως ήταν ανεκτικοί προς την ειδωλολατρία, την βρώση του αίματος, τα πνιχτά και τη σεξουαλική ανηθικότητα, αφού είχαν “πόρνες των ναών” στα μέρη της λατρείας τους. Η αποχή που τονίστηκε, λοιπόν, από συγκεκριμένα πράγματα, εστίαζε στους τομείς εκείνους των συνηθειών των Εθνικών, οι οποίοι ήταν πιο πιθανοί στο να προσβάλλουν τους Ιουδαίους και να επιφέρουν προστριβές και ταραχή24. Ο Μωσαϊκός νόμος δεν επέβαλλε την περιτομή στους ξένους κατοίκους ως προϋπόθεση για να ζουν με ειρήνη μέσα στα όρια του Ισραήλ και ούτε ο Ιάκωβος προέτρεψε για κάτι τέτοιο.

Η επιστολή που ήρθε ως αποτέλεσμα της πρότασης του Ιακώβου είχε ως αποδέκτες συγκεκριμένα τους Εθνικούς Χριστιανούς, ανθρώπους “από τα έθνη” στην Αντιόχεια, τη Συρία και την Κιλικία (γειτονικές περιοχές στα βόρεια του Ισραήλ) και, όπως είδαμε, είχε ως θέμα την απαίτηση από τους Εθνικούς πιστούς να τηρούν το νόμο του Μωϋσή25. Ασχολήθηκε με τους τομείς εκείνους της συμπεριφοράς που είχαν τη μεγαλύτερη πιθανότητα να δημιουργήσουν προβλήματα μεταξύ των Ιουδαίων και Εθνικών πιστών. Όπως θα δείξουμε αργότερα, δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη που να μας κάνει να πιστεύουμε ότι η επιστολή είχε ως σκοπό να αντιμετωπιστεί ως “νόμος”, σαν η αποχή από τα τέσσερα εκείνα πράγματα να αποτελεί έναν “τετράλογο” που αντικατέστησε το “δεκάλογο” των δέκα εντολών του Μωσαϊκού νόμου. Ήταν μία συγκεκριμένη συμβουλή επάνω σε συγκεκριμένες συνθήκες που επικρατούσαν τη δεδομένη ιστορική περίοδο.

Προνομιακές εντολές

Ενώ στο Κυβερνών Σώμα είχα διαρκώς την εντύπωση ότι σε ένα ποσοστό η εφαρμογή των τακτικών λάμβανε χώρα με διακρίσεις, οι οποίες ευνοούσαν όσους βρίσκονταν σε επαγγελματικές θέσεις. Οι καθηγητές μπορεί να διδάσκουν την εξέλιξη των ειδών “από μία αντικειμενική οπτική γωνία” και κατά προτίμηση να εξηγούν αρχικά στην τάξη την προσωπική τους διαφορετική άποψη26. Όπως έχουμε δει, είχε επιτραπεί σε δικηγόρους να εργαστούν σε πολιτικά εκλογικά κέντρα. Το πιο αξιοσημείωτο παράδειγμα όλων όμως, είναι ίσως το ότι οι γιατροί δεν μπορούν απλά να ανήκουν σε ιατρικούς οργανισμούς, οι οποίοι αποδέχονται τακτικές όπως οι μεταγγίσεις αίματος και οι εκτρώσεις, αλλά έχουν την άδεια να κάνουν μετάγγιση αίματος σε ασθενείς που δεν είναι Μάρτυρες και την έχουν ζητήσει27. Η υποστήριξη αυτής της κατάστασης χρησιμοποιεί ως βάση το Μωσαϊκό νόμο, ο οποίος επέτρεπε στους Ισραηλίτες να πωλούν στους ξένους κρέας από ζώα που είχαν πεθάνει χωρίς να τους αφαιρεθεί το αίμα!28 Κι όμως, το αίμα των ζώων αυτών ήταν ακόμη στο σώμα τους, εκεί που πάντα ήταν, δεν είχε αφαιρεθεί ούτε αποθηκευτεί – μια διαδικασία που η οργάνωση καταδικάζει ως περιφρόνηση προς το νόμο του Θεού 29. Κάθε έντονη προτροπή να δείξουν “βαθύ σεβασμό στην ιερότητα του αίματος”, κάθε προειδοποίηση περί ενοχής αίματος που αποτελεί συνέπεια της λανθασμένης χρήσης του αίματος, όλη η επιχειρηματολογία που καταδικάζει κάθε αποθήκευση αίματος ως έλλειψη σεβασμού προς τους νόμους του Θεού, ξαφνικά χάνουν την ισχύ τους στα σημεία εκείνα που εμπλέκονται Μάρτυρες χειρούργοι30.

Με κάθε ειλικρίνεια, και χωρίς πρόθεση να μειώσω κανέναν, όταν εξετάζω όλες τις διατάξεις της οργάνωσης, τις εντολές, τις τακτικές και τους λεπτομερείς νομικίστικους κανόνες της, δεν μπορώ παρά να αποδεχτώ ότι αν κάποιος έπρεπε να χρησιμοποιήσει τη λογική που απεικονίζεται σε αυτές τις θέσεις και τους κανόνες στα καθημερινά και συνηθισμένα ζητήματα της ζωής, οι άνθρωποι θα έμπαιναν στη διαδικασία να αναρωτηθούν για την ψυχική και πνευματική υγεία του ανθρώπου.

Γιατί οι άνθρωποι αποδέχονται κάτι τέτοιο;

Ο απόστολος Παύλος μίλησε στις μέρες του για τους “θέλοντες να είναι ύπο νόμον” (Γαλ. 4:21). Πολλοί είναι αυτοί που σήμερα θέλουν το ίδιο. Σε αντίθεση με τους Ιουδαΐζοντες της εποχής του Παύλου, οι άνθρωποι αυτοί ίσως δεν υποστηρίζουν την υποταγή στο Μωσαϊκό νόμο, αλλά με τη νομικίστικη προσέγγισή τους προς το Χριστιανισμό τον μεταμορφώνουν σε ένα νομικό κώδικα, ένα σώμα κανόνων. Δημιουργούν έτσι μία μορφή δουλείας σε νομικές διατάξεις και παραδοσιακές τακτικές, και αυτές είναι που κατευθύνουν τη σχέση των ανθρώπων με το Θεό.

Γιατί όμως κάποιοι υποτάσσονται σε μία τέτοια επιβολή; Τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν την πολύτιμη ελευθερία τους να εξασκούν την προσωπική τους ηθική κρίση, ακόμη και στις πιο ιδιωτικές πτυχές της ζωής τους; Τι τους κάνει να υποτάσσονται στις ερμηνείες και τις διατάξεις ατελών ανθρώπων, σε σημείο που να κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλειά τους, να φυλακιστούν, να δημιουργήσουν ένταση στις σχέσεις μέσα στο γάμο τους, ακόμη και να διακινδυνεύσουν την ίδια τους τη ζωή, είτε πρόκειται για τη δική τους, είτε για τη ζωή ενός αγαπητού προσώπου;

Πολλοί είναι οι παράγοντες που υπεισέρχονται. Μπορεί να υπάρχει πίεση από την πλευρά της κοινωνίας ή της οικογένειας, οπότε ο συμβιβασμός γίνεται ο τρόπος για να αποφευχθούν διαφωνίες, ακόμη και συγκρούσεις. Μπορεί να υπάρχει ο φόβος του καθαρού, αφοπλιστικού φόβου της απόρριψης από το Θεό και της καταστροφής που την ακολουθεί, αν κάποιος παραμείνει εκτός της “κιβωτού” της οργάνωσης. Υπάρχει όμως ακόμη ένας λόγος, ο οποίος είναι ίσως πιο βασικός, ένας λόγος που συχνά βρίσκεται στη ρίζα του φαινομένου.

Πολλοί άνθρωποι θέλουν τα πράγματα να είναι ή άσπρα ή μαύρα, θέλουν τα ζητήματα να είναι με τάξη καταγεγραμμένα στο μυαλό τους ως σωστά ή λάθος. Σε στιγμές αγωνίας, η λήψη αποφάσεων βάσει της συνείδησης κάποιου μπορεί να είναι κάτι το πολύ δύσκολο. Πολλοί προτιμούν να μην κάνουν αυτή την προσπάθεια, προτιμούν απλά να αφήσουν κάποιον άλλο να τους πει, να τον αφήσουν να παίξει το ρόλο της συνείδησής τους. Αυτό είναι που επέτρεψε την ανάπτυξη του συγκεκριμένου τύπου ραβινικού ελέγχου και του σώματος της ραβινικής παράδοσης την εποχή του Ιησού. Αντί κάποιος να πάρει μία απόφαση με βάση το Λόγο του Θεού και την προσωπική του συνείδηση, η στάση που τηρούνταν ήταν “ρώτα το ραβίνο”. Ανάμεσα στους Μάρτυρες του Ιεχωβά, η αντίστοιχη στάση είναι “ρώτα την οργάνωση”, η απλά “ρώτα το Brooklyn”.

Ένα ακόμη λόγος είναι η λεπτότητα με την οποία η νομική επιχειρηματολογία και οι αντίστοιχες ερμηνείες προωθούνται και επιβάλλονται. Η θρησκευτική έμφαση στο νόμο, ο νομικισμός δηλαδή, έφερε ανέκαθεν το χαρακτηριστικό των πολύπλοκων νομικών όρων, των σοφιστειών, της επιχειρηματολογίας που δεν είναι μόνο έξυπνη και αληθοφανής, ακόμη και ευφυής, αν και ψευδής. Το να ξετυλίξει κάποιος την επιχειρηματολογία αυτή και να διακρίνει τι είναι στην πραγματικότητα απαιτεί προσπάθεια, μία προσπάθεια που πολλοί δεν ενδιαφέρονται να κάνουν και που άλλοι φαίνονται ανίκανοι να αναλάβουν.

Αναλογιστείτε απλά δύο παραδείγματα από αρχαίες ραβινικές πηγές. Στους αρχαίους χρόνους, οι “διδάσκαλοι του νόμου” προσπάθησαν να κάνουν την εντολή του Εξ. 16:29 (“ας μη εξέρχεται μηδείς εκ του τόπου αυτού την έβδομην ημέραν”) ακόμη πιο σαφή. Αποφάσισαν ότι το Σάββατο κάποιος μπορούσε να περπατήσει μία συγκεκριμένη απόσταση (κάτι λιγότερο από 3.000 πόδια) από το εξωτερικό όριο της πόλης ή του χωριού του. Αυτή η απόσταση αποκαλούνταν “οδός Σαββάτου” (μία έκφραση που χρησιμοποιούνταν τον καιρό του Ιησού, βλ. Πράξ. 1:12). Κι όμως, υπήρχε τρόπος κάποιος να διανύσει απόσταση μεγαλύτερη από αυτή, κι όμως, από τη ραβινική οπτική γωνία, να είναι ακόμη “νόμιμος”. Πώς;

Στην πραγματικότητα, θα μπορούσε να “δημιουργήσει” μία δεύτερη κατοικία σε κάποιο σπίτι ή σημείο μακριά από το σπίτι του (μέσα στα όρια όμως των 3.000 ποδιών) τοποθετώντας απλά στο σπίτι εκείνο προμήθειες αρκετές για δυο γεύματα την προηγούμενη ημέρα του Σαββάτου. Το Σάββατο, λοιπόν, θα μπορούσε να μετακινηθεί προς τη δεύτερη αυτή κατοικία και στη συνέχεια να την αφήσει και να επεκτείνει τη μετακίνηση του για 3.000 ακόμη πόδια.

Η δήλωση στο Ιερ. 17:22 μηδέ εκφέρετε φορτίον εκ των οικιών σας την ημέραν του Σαββάτου ενισχύθηκε με τον ίδιο τρόπο. Οι δάσκαλοι του νόμου υποστήριξαν ότι η απαγόρευση δεν περιελάμβανε τη μεταφορά πραγμάτων από ένα σημείο του σπιτιού σε ένα άλλο, ακόμη κι αν στο σπίτι κατοικούσαν περισσότερες από μία οικογένειες. Έτσι, αποφάσισαν ότι οι άνθρωποι που ζούσαν σε συγκεκριμένο τμήμα του σπιτιού (όπως εκείνοι που ζουν σε σπίτια που έχουν κτιστεί γύρω από μια κοινή αυλή) μπορούσαν να κατασκευάσουν μία “νόμιμη” πόρτα για όλο τον τομέα, με ένα δοκάρι ίσως για κατώφλι. Τώρα, όλο το τμήμα θεωρούνταν ως μία ενιαία κατοικία και τα πράγματα μπορούσαν να μετακινούνται από σπίτι σε σπίτι μέσα στη συγκεκριμένη περιοχή, χωρίς να παραβιάζεται ο νόμος31.

Συγκρίνατε τώρα την παραπάνω λογική και τους νομικούς όρους που χρησιμοποιεί με τη μέθοδο που μεταχειρίζεται η Εταιρία της Σκοπιάς για την εφαρμογή των κανόνων της όσον αφορά συγκεκριμένους τομείς της ιατρικής. Η Σκοπιά της 1ης Μαρτίου του 1989, στη στήλη "ερωτήσεις από αναγνώστες" σχολιάζει τη μέθοδο της αφαίρεσης αίματος από έναν ασθενή κάποια στιγμή πριν από την εγχείρηση και την αποθήκευσή του για χρήση κατά την εγχείρηση αυτή. Δηλώνει κατηγορηματικά ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά "ΔΕΝ αποδέχονται αυτή τη διαδικασία". Ο λόγος; Το αίμα "δεν αποτελεί πλέον μέρος αυτού του ανθρώπου". Παρατίθεται έπειτα το κείμενο του Δευτ. 12:24, το οποίο λέει ότι το αίμα ενός σφαγμένου ζώου πρέπει να χύνεται στο έδαφος. Με μία συγκεκριμένη λογική διαδικασία, ο νόμος αυτός σχετικά με τη σφαγή ζώων παρουσιάζεται σαν μία παράλληλος της υπόθεσης κατά την οποία αποθηκεύεται αίμα ενός ζωντανού ανθρώπου, όπως περιγράψαμε.

Στη συνέχεια όμως το άρθρο συνεχίζει και αναφέρει μία διαφορετική μέθοδο, σύμφωνα με την οποία, κατά τη διάρκεια της εγχείρησης, το αίμα του ασθενή διοχετεύεται σε μία αντλία καρδιάς - πνεύμονα ή σε μηχάνημα αιμοδιάλυσης (συσκευή τεχνητού νεφρού) για οξυγόνωση ή φιλτράρισμα πριν επιστρέψει στο σώμα του ασθενή. Το άρθρο πληροφορεί τους αναγνώστες του ότι, σε αντίθεση με την άλλη μέθοδο, η μέθοδος αυτή μπορεί να θεωρηθεί αποδεκτή από τους Χριστιανούς. Γιατί; Επειδή ο Χριστιανός μπορεί να τη θεωρήσει ως "προέκταση του κυκλοφορικού του συστήματος έτσι ώστε το αίμα να μπορεί να διέλθει από ένα τεχνητό όργανο", και με αυτό τον τρόπο να νιώσει ότι "το αίμα μέσα σε αυτό το κλειστό κύκλωμα αποτελεί ακόμη μέρος του και δεν χρειάστηκε να αφαιρεθεί από αυτόν".

Πόσο διαφορετική είναι αυτή η τεχνητή "προέκταση" του κυκλοφοριακού συστήματος από το ραβινικό νομικισμό που επέτρεπε την "επέκταση" της "οδού του Σαββάτου" μέσα από τη ρύθμιση της δεύτερης κατοικίας; Η πώς διαφέρει αυτή η κατάταξη του αίματος σε ένα "κλειστό κύκλωμα" από τον αρχαίο νομικισμό της δημιουργίας "κλειστού κυκλώματος" από έναν αριθμό κατοικιών μέσω μίας τεχνητής πόρτας; Ο ίδιος τύπος σοφιστικής και νομικίστικης χρήσης λεπτομερειών χρησιμοποιείται και στις δυο περιπτώσεις, την αρχαία και την σύγχρονη.

Στις καρδιές τους, πολλοί Μάρτυρες νιώθουν ότι η πρώτη μέθοδος, η αποθήκευση δηλαδή του αίματος κάποιου, δεν είναι περισσότερο αντιβιβλική σε σχέση με τη δεύτερη, τη διοχέτευση δηλαδή του αίματος μέσα από μια αντλία καρδιάς - πνεύμονα και μια μηχανή. Κι όμως, δεν είναι ελεύθεροι να ακολουθήσουν τη συνείδηση τους. Η ζωή ενός ανθρώπου μπορεί να εξαρτάται από την ισορροπία, αλλά η επιχειρηματολογία, η ερμηνεία και οι νομικίστικες λεπτομέρειες της Σκοπιάς πρέπει να τηρηθούν, διότι αποτελούν τμήμα του "μεγάλου σώματος του Θεοκρατικού νόμου". Η μη τήρηση σημαίνει κίνδυνος αποκοπής.

Η Αδυναμία του Νόμου και η Δύναμη της Αγάπης

Ο νόμος συχνά οδηγεί σε μία εξωτερική συμμόρφωση που καλύπτει το εσωτερικό των ανθρώπων. Στις ημέρες του Ιησού, επέτρεπε στους θρησκευτικούς ηγέτες, με την ηθικά ακέραιη ζωή που ζούσαν "βάσει των κανονισμών" να εμφανίζονται στους ανθρώπους σαν ειλικρινείς και έντιμοι εξωτερικά άνθρωποι, τη στιγμή που μέσα τους ήταν "πλήρεις υποκρίσεως και ανομίας"32. Το ίδιο ισχύει και για την εποχή μας.

Ο νόμος, λοιπόν, είναι ελάχιστα λειτουργικός στους τομείς εκείνους που σχετίζονται στενά με την καρδιά. Ο νόμος μπορεί να αποκαλύπτει και να τιμωρεί έναν κλέφτη. Δεν λειτουργεί όμως με τον ίδιο τρόπο για τον άνθρωπο εκείνο που υπακούει σε αυτόν, ο οποίος όμως είναι επίσης άπληστος, και η απληστία και η τσιγκουνιά τού οποίου μπορούν να κάνουν άλλους ανθρώπους να υποφέρουν. Ο νόμος μπορεί να καταδικάσει και να εκτελέσει τον δολοφόνο. Αλλά δεν μπορεί να κάνει πολλά για να φέρει σε κρίση τον άνθρωπο εκείνο που μισεί, που ζηλεύει, που φθονεί ή εχθρεύεται και που επιζητά εκδίκηση - ιδιαίτερα αν φροντίζει να το κάνει με "νόμιμα" μέσα. Έχω γνωρίσει ανθρώπους αυτού του είδους, συμπεριλαμβανομένων υψηλά ισταμένων προσώπων.

Μπορούμε να διακρίνουμε μία έντονη αντίθεση μεταξύ της νομικίστικης προσέγγισης του ελέγχου που ασκούν οι τακτικές, οι κανόνες και οι διατάξεις, και της προσέγγισης του αποστόλου Παύλου στις προτροπές του ενάντια στην αδικία. Οι προτροπές αυτές εστίασαν πρωτίστως, όχι στο νόμο, αλλά την αγάπη. Έτσι, στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους γράφει:

Εις μηδένα μη οφείλετε μηδέν ειμή το να αγαπάτε αλλήλους· διότι ο αγαπών τον άλλον εκπληροί τον νόμον. Επειδή το, “Μη μοιχεύσης, μη φονεύσης, μη κλέψης, μη ψευδομαρτυρήσης, μη επιθυμήσης, και πάσα άλλη εντολή, εν τούτω τω λόγω συμπεριλαμβάνεται, εν τώ· Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν”. Η αγάπη κακόν δεν κάμνει εις τον πλησίον· είναι λοιπόν εκπλήρωσις του νόμου η αγάπη33.

Ο ίδιος ο Παύλος αποτέλεσε παράδειγμα αυτής της προτροπής με τον τρόπο που αντιμετώπιζε τα προβλήματα. Ένα αξιοσημείωτο παράδειγμα αποτελεί το ζήτημα της βρώσης κρέατος που είχε προσφερθεί στα είδωλα (ένα από τα τέσσερα πράγματα που περιελάμβανε η λίστα του Πραξ. 15). Στην Κόρινθο, ορισμένοι Χριστιανοί πήγαιναν σε ειδωλολατρικούς ναούς στους οποίους κρέας σαν και αυτό μαγειρευόταν μετά τη θυσία και προσφερόταν (έναντι χρημάτων) στον περίβολο του παγανιστικού ναού. Το να τρώει ένας Χριστιανός εκεί φαινόταν στα μάτια πολλών από τους αδελφούς του και μαθητές του Χριστού -ιδιαίτερα εκείνων με Ιουδαϊκό παρελθόν- κάτι παρόμοιο με αυτό που θα φαινόταν σε πολλούς από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, αν ένα από τα μέλη τους σήμερα συμμετείχε στο δείπνο μιας εκκλησίας, κατά το οποίο το φαγητό που θα προσφερόταν είχε προηγουμένως ευλογηθεί από τους ιερείς και σερβιριστεί μέσα στον Ρωμαιοκαθολικό ναό του Αγίου Πατρικίου στη Νέα Υόρκη, με τα χρήματα που θα συλλέγονταν να καταλήγουν στην εκκλησία. Αν και οι δύο οπτικές γωνίες μοιάζουν μεταξύ τους, το ζήτημα αυτό καθ' εαυτό είναι πολύ σοβαρό. Πώς, τότε, χειρίστηκε ο απόστολος αυτό το θέμα;

Απείλησε μήπως όσους έτρωγαν αυτού του είδους το κρέας με δικαστικές διαδικασίες και πιθανή αποκοπή; Ήταν μήπως η αναφορά του στο νόμο, το σώμα των κανονισμών, το μέσο για να εξασκήσει αυτή την τακτική; Το αντίθετο, έδειξε ότι η ίδια η πράξη δεν ήταν καταδικαστέα. Θα μπορούσε όμως να έχει ανεπιθύμητες, ακόμη και τραγικές συνέπειες. Συμβουλεύοντας με βάση, όχι το νόμο, αλλά την αγάπη, έγραψε:

Περί δε των ειδωλοθύτων, εξεύρομεν ότι πάντες έχομεν γνώσιν, η γνώσις όμως φυσιοί, η δε αγάπη οικοδομεί. Και εάν τις νομίζη ότι εξεύρει τι, δεν έμαθεν έτι ουδέν καθώς πρέπει να μάθη· αλλ' εάν τις αγαπά τον Θεόν, ούτος γνωρίζεται υπ' αυτού. Περί της βρώσεως λοιπόν των ειδωλοθύτων, εξεύρομεν ότι το είδωλον είναι ουδέν εν τω κόσμω, και ότι δεν υπάρχει ουδείς άλλος Θεός ειμή εις. Διότι αν και ήναι λεγόμενοι θεοί είτε εν τω ουρανώ είτε επί της γης, καθώς και είναι θεοί πολλοί και κύριοι πολλοί, αλλ' εις ημάς είναι εις Θεός ο Πατήρ, εξ ου τα πάντα και ημείς εις αυτόν, και εις Κύριος Ιησούς Χριστός, δι' ου τα πάντα και ημείς δι' αυτού. Αλλά δεν είναι εις πάντας η γνώσις αύτη· τινές δε διά την συνείδησιν του ειδώλου έως σήμερον τρώγουσι το ειδωλόθυτον ως ειδωλόθυτον, και η συνείδησις αυτών ασθενής ούσα μολύνεται. το φαγητόν όμως δεν συνιστά ημάς εις τον Θεόν· διότι ούτε εάν φάγωμεν περισσεύομεν, ούτε εάν δεν φάγωμεν ελαττούμεθα. Πλην προσέχετε μήπως αύτη η εξουσία σας γείνη πρόσκομμα εις τους ασθενείς. Διότι εάν τις ίδη σε, τον έχοντα γνώσιν, ότι κάθησαι εις τράπεζαν εντός ναού ειδώλων, δεν θέλει ενθαρρυνθή η συνείδησις αυτού, ασθενούντος, εις το να τρώγη τα ειδωλόθυτα; Και διά την γνώσιν σου θέλει απολεσθή ο ασθενής αδελφός, διά τον οποίον ο Χριστός απέθανεν. Αμαρτάνοντες δε ούτως εις τους αδελφούς και προσβάλλοντες την ασθενή συνείδησιν αυτών, εις τον Χριστόν αμαρτάνετε34.

Το αν κάποιος λοιπόν έτρωγε ή δεν έτρωγε δεν εξαρτιόταν, λοιπόν, από το νόμο και την ανησυχία για το αν αυτός θα κρινόταν ένοχος ότι παραβίασε το νόμο. Εξαρτιόταν από την αγάπη, και το ενδιαφέρον να μην ζημιωθεί ο αδελφός, "δια τον οποίον ο Χριστός απέθανεν". Αυτό αποτελεί μία ανώτερη πράγματι προσέγγιση, η οποία επιτρέπει στο Χριστιανό να δείξει όσα έχει στην καρδιά του και όχι να συμμορφωθεί απλά με έναν κανόνα.

Η ίδια αυτή η προτροπή μας δείχνει ότι ο απόστολος δεν θεωρούσε την απόφαση που έλαβαν οι απόστολοι και οι άλλοι στην Ιερουσαλήμ (η οποία αναφέρεται στο 15ο κεφάλαιο των Πράξεων) ως “νόμο”. Αν ήταν όντως νόμος, ο Παύλος δεν θα είχε γράψει με αυτό τον τρόπο προς τους Χριστιανούς της Κορίνθου, δηλώνοντας με σαφήνεια ότι η βρώση κρέατος που είχε προσφερθεί στα είδωλα ήταν αποκλειστικά θέμα συνείδησης, με τον καθοριστικό παράγοντα να είναι το αν η βρώση αυτού του κρέατος θα οδηγούσε τους άλλους σε σκάνδαλο. Το να θεωρήσουμε την επιστολή της Ιερουσαλήμ ως νόμο και, βασισμένοι σε αυτό, το να ισχυριστούμε ότι η αναφορά της στο αίμα δείχνει ότι οι Χριστιανοί παραμένουν κάτω από τις διατάξεις του Μωσαϊκού νόμου σχετικά με το αίμα, σημαίνει ότι έχουμε αγνοήσει τις δηλώσεις του αποστόλου Παύλου στο κρίσιμο ζήτημα των ειδωλοθύτων, αποδεικνύοντας έτσι ότι η επιχειρηματολογία του είναι άκυρη. Αν δεν υπήρχε πιθανότητα σκανδάλου, τότε κανείς δεν μπορούσε να κρίνει τον Παύλο ή οποιονδήποτε άλλο Κορίνθιο για τη βρώση ειδωλοθύτων. Όπως δηλώνει και ο Παύλος:

Συνείδησιν δε λέγω ουχί την ιδικήν σου, αλλά την του άλλου. Επειδή διά τι η ελευθερία μου κρίνεται υπό άλλης συνειδήσεως; Και εάν εγώ μετ' ευχαριστίας μετέχω, διά τι βλασφημούμαι δι' εκείνο, διά το οποίον εγώ ευχαριστώ;35

Όσον αφορά τη σεξουαλική ανηθικότητα (ή την πορνεία σε ορισμένες μεταφράσεις), η οποία αναφέρεται επίσης στην επιστολή της Ιερουσαλήμ, ο απόστολος πουθενά δεν την παρουσιάζει ως κάτι που μπορεί να είναι σωστό ή λάθος, ανάλογα με το αν προκαλεί σκάνδαλο ανάμεσα στους αδελφούς. Απλά θεωρούσε ότι δεν υπήρχαν παράγοντες που να τη δικαιολογούν. Κι όμως, και εδώ δεν υπάρχει νομική διάταξη που να παρουσιάζεται ως απαραίτητη για να αναγνωρίσει ο Χριστιανός ότι πρέπει να αποφύγει τη σεξουαλική ανηθικότητα. Όπως παρατηρεί ο Παύλος στο Α´ Κορ. 6:13-19, αν ο άνθρωπος καθοδηγείται από το νόμο της αγάπης, θα θεωρήσει την πορνεία ως κάτι απαράδεκτο, αφού θα την αναγνωρίσει ως λανθασμένη χρήση του σώματός του, το οποίο είναι ενωμένο με το Χριστό. (Βλ. επίσης Α´ Θεσ. 4:3-6)

Η Χριστιανική ελευθερία δεν πρέπει ποτέ να κάνει κάποιον αναίσθητο απέναντι στη συνείδηση και τις ενοχές των άλλων. Ταυτόχρονα, κανείς δεν έχει το δικαίωμα να επιβάλλει τη συνείδησή του επάνω στους άλλους, βάζοντας με αυτό τον τρόπο όρια στην ελευθερία που απολαμβάνουν εν Χριστώ. Και ούτε έχει το δικαίωμα κάποια ομάδα ή ένα εκλεκτό σώμα ανθρώπων, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι έχουν το δικαίωμα να ασκούν αποστολική εξουσία, να επιβάλλουν τη συλλογική τους συνείδηση επάνω σε άλλους, θεσπίζοντας επάνω σε αυτή τη βάση νομικά διατάγματα.

Στο προηγούμενο κεφάλαιο παρουσιάστηκε η διαφορά μεταξύ νόμου και εντολής γενικής ισχύος, με το ένα να αντλεί τη δύναμή του μέσα από την επιβολή δια της εξουσίας, και το άλλο να προωθεί αρχές μέσα από τη διδασκαλία. Ο Ιησούς συχνά δίδασκε μέσω παραβολών, ιστοριών που δεν έθεταν νόμους αλλά ισχυρές αρχές και αποτελούσαν ηθικά μαθήματα ζωτικής σημασίας. Η παραβολή του άσωτου υιού δεν θέτει νόμο, ότι δηλαδή κάποιος οφείλει να δεχτεί πίσω το παιδί του που έχει παραστρατήσει, να οργανώσει γιορτή κ.τ.λ. Η έμφαση που δίνει είναι σε ένα πνεύμα αγάπης, σε μία στάση γεμάτη γενναιοδωρία και έλεος. Στις Γραφές συναντούμε ένα συνδυασμό μεθόδων που χρησιμοποιούνται – υπάρχουν θετικές προτροπές, όντως, υπάρχουν όμως και αφηγήσεις που προωθούν έναν αποδεκτό τρόπο ζωής (ζώντας με αγάπη, διατηρώντας ειρηνικές σχέσεις με τους διπλανούς) και αποκρίσεις σε συναφή ερωτήματα. Ο Παύλος για παράδειγμα απαντά σε πολλά από αυτά, αλλά με αυτόν τον τρόπο δεν θέτει κάποιον νόμο, αλλά προσφέρει υγιή, πνευματική καθοδήγηση, σωστά διαμορφωμένη για τα ζητήματα που τον απασχολούν.

Πόσο Γνήσια Είναι η Ενότητα που Επιτυγχάνεται;

Είναι γεγονός, ότι μέσω του νομικού ελέγχου που καθιερώνεται επάνω στους άλλους, μπορεί να επιτευχθεί μία μορφή ενότητας και τάξης. Πόσο γνήσιες είναι όμως; Δεν είναι αλήθεια ότι η ενότητα και η τάξη βασίζονται στην ομοιομορφία και τη συμμόρφωση; Από την άλλη πλευρά, η άρνηση του να επιτραπεί στους ανθρώπους να ελέγχουν -μέσα από τη νομικίστικη ερμηνεία τους- έλεγχο στην προσωπική ζωή κάποιου λειτουργεί όντως ενάντια στην γνήσια ενότητα και συνοχή; Κάτι τέτοιο δε σημαίνει ότι κάθε ένας καθορίζει μόνος την πορεία του και χαρακτηρίζεται ως “ισχυρογνώμων”, “αλαζόνας” και “αυτάρεσκος”; Δεν χρειάζεται και δεν πρέπει να είναι έτσι, αν ο άνθρωπος αυτός αναγνωρίζει πράγματι την Ηγεσία Εκείνου που προσφέρει μία τέτοια πληροφορία.

Όπως ακριβώς δεν είναι δυνατό κάποιος να αγαπά τον αόρατο Θεό και να μισεί ταυτόχρονα τον πλησίον του, έτσι δεν είναι δυνατό κάποιος να είναι ενωμένος με τον αόρατο Υιό του Θεού και να βρίσκεται σε ασυμφωνία -ή να μην έχει σχέσεις- με όλους εκείνους που είναι ενωμένοι και υποταγμένοι στον ίδιο αρχηγό36. Σύμφωνα με τις Γραφές, η αγάπη είναι αυτή, και όχι η ιδιότητα του μέλους σε μία οργάνωση, που αποτελεί “σύνδεσμο της τελειότητας”, που μακροθυμεί, αγαθοποιεί, δε φθονεί, δεν αυθαδιάζει, δεν επαίρεται, δεν ασχημονεί, δεν ζητεί τα εαυτής, αλλά επιζητά το καλό των άλλων37.

Η αγάπη δεν αναγκάζει τους ανθρώπους να εισέλθουν σε μία σχέση ενότητας. Με θέρμη τους ελκύει κοντά τον ένα στον άλλο. Κάθε μορφή αποκαλούμενης Χριστιανικής ενότητας που έχει θεμελιωθεί σε διαφορετική βάση είναι πλασματική, όχι γνήσια, και μπορεί να διατηρηθεί μόνο με μη-Χριστιανικά μέσα.

Η Ευλογία της Χριστιανικής Ελευθερίας

Σήμερα, ανάμεσα στους Μάρτυρες του Ιεχωβά λειτουργεί ένα απίστευτα περίπλοκο σύστημα κανόνων, το οποίο τους στερεί την άσκηση της ατομικής συνείδησης σε μία ευρεία περιοχή της ζωής και συμπεριφοράς τους, κάνοντάς τους υποτελείς σε μία εκκλησιαστική νομοθεσία και ένα ανώτατο δικαστήριο που απαρτίζεται από λίγους, ατελείς και σφαλερούς ανθρώπους38. Ως πρώην μέλος αυτού του νομοθετικού και δικαστικού σώματος, είμαι πεπεισμένος ότι η ρίζα όλων των προβλημάτων εντοπίζεται στο ότι δεν έχουν αναγνωρίσει την αλήθεια πως, ως Χριστιανοί, δεν βρισκόμαστε πια κάτω από νόμο, αλλά κάτω από τη χάρη του Θεού εν Χριστώ. Μέσω του Υιού του Θεού μπορούμε να απολαύσουμε ελευθερία από την τήρηση του νόμου, να αγαλλιάσουμε στη δικαιοσύνη που δεν είναι το αποτέλεσμα της τήρησης κανονισμών, αλλά της πίστης και της αγάπης.

Η αποτυχία στο να εκτιμήσουν την Θεϊκή αυτή προμήθεια, η αμφιβολία σχετικά με το ότι είναι δυνατό μία αόρατη προσωπικότητα να ηγηθεί και να καθοδηγήσει αποτελεσματικά τους ακολούθους της στη γη χωρίς κάποια προσεκτικά οργανωμένη, ορατή εξουσία που λειτουργεί σαν θρησκευτικό δικαστήριο, και η απροθυμία να δεχτούν ότι οι άνθρωποι μπορούν να προστατευτούν από την αδικία χωρίς να περιτειχίζονται από νόμους, κανόνες και διατάγματα είναι που κάνει πολλούς, ίσως τους περισσότερους, να ξαφνιάζονται στη σκέψη ότι μπορούν να μη βρίσκονται κάτω από νόμο, και να την απορρίπτουν ως όχι μόνο ουτοπική, αλλά επίσης επικίνδυνη, ολέθρια, ως δρόμο που οδηγεί στην ακολασία. Έτσι είναι εύκολο να χειραγωγηθούν και να πειστούν από τα επιχειρήματα εκείνων που επιθυμούν να επιβάλλουν -για να χρησιμοποιήσουμε και τους όρους της Σκοπιάς- “ένα σύστημα νομικού ελέγχου” που επιβάλλουν άνθρωποι μέσα από ένα θρησκευτικό δικαστικό σύστημα.

Επειδή το Άγιο Πνεύμα τού Θεού, το οποίο δόθηκε μέσα από τον Ιησού Χριστό, έχει δύναμη ανώτερη από αυτή του νόμου, και μέσα από τη δύναμη που κινητοποιεί τον Χριστιανό να αγαπά το Θεό και τον πλησίον, είναι που ο απόστολος μπόρεσε να πει:

Αλλ' εάν οδηγήσθε υπό του Πνεύματος, δεν είσθε υπό νόμον... Ο δε καρπός του Πνεύματος είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια· κατά των τοιούτων δεν υπάρχει νόμος39.

Αυτό είναι το μεγαλείο της Χριστιανικής ελευθερίας, το να γνωρίζει κάποιος ότι μπορεί να απολαύσει την ελεύθερη και αυθόρμητη άσκηση των Θεϊκών αυτών ιδιοτήτων χωρίς κάποια θρησκευτική εξουσία να έχει το δικαίωμα να παρέμβει ή να αντιτεθεί σε εκφράσεις αγάπης, καλοσύνης, ευγένειας, ή σε οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό. Μπορεί να ζήσει με αυτό τον τρόπο, απαλλαγμένος από άγχος γνωρίζοντας ότι “δεν υπάρχει νόμος”, δεν υπάρχει σύνολο κανονισμών που θα τον παρεμποδίζει να κάνει όσα νιώθει στα βάθη της καρδιάς του ότι είναι σωστά και αγαθά, πράγματα που υποκινούνται από καλοσύνη και αγάπη, τα οποία εγκρίνει ο Θεός, ακόμη κι αν δεν τα εγκρίνουν ορισμένοι άνθρωποι.

Βέβαια, το ότι δεν βρισκόμαστε κάτω από νόμο αλλά κάτω από τη χάρη του Θεού δεν αναιρεί με κανένα τρόπο την προσωπική μας αίσθηση ευθύνης ως ελεύθεροι του Χριστού. Στην πραγματικότητα, την αυξάνει. Δίοτι “ούτω λαλείτε και ούτω πράττετε, ως μέλλοντες να κριθήτε διά του νόμου της ελευθερίας (όχι από κάποιον νομικό κώδικα ή ανθρώπινους κανονισμούς)· διότι η κρίσις θέλει είσθαι ανίλεως εις τον όστις δεν έκαμεν έλεος· και το έλεος καυχάται κατά της κρίσεως”40. Ο νόμος αυτός της ελευθερίας είναι αυτός που ο Ιάκωβος είχε μόλις αναφέρει στην επιστολή του ως “νόμος βασιλικός”, ο οποίος είναι “θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν”.

Υπάρχει ένα εξαγνιστικό αποτέλεσμα, μία επίδραση που ενισχύει την καρδιά στη γνώση ότι το αν θα ευχαριστήσουμε τον Ουράνιο Πατέρα μας δεν εξαρτάται από τον αν ζήσαμε βάσει ενός συστήματος νόμου, ενός “σώματος κανόνων”, αλλά από το αν ζήσαμε σύμφωνα με την αγάπη. Ο Υιός του Θεού, η Κεφαλή και ο Κύριός μας, ο οποίος μας προσφέρει ελευθερία από την τήρηση του νόμου -καθώς επίσης και από τους ανθρώπους εκείνους που επιβάλλουν νόμους και φροντίζουν για την τήρησή τους- υπήρξε παράδειγμα της αγάπης αυτής για εμάς. Εμείς συνεπώς δεν χρειάζεται να εστιάσουμε στην απομνημόνευση ενός πολύπλοκου νομικού συστήματος και των τακτικών μιας οργάνωσης, ούτε να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε βάσει νόμου. Αντίθετα, εστιάζουμε στον Υιό του Θεού και σε όσα μάθαμε από Αυτόν μέσα από το Λόγο του Θεού και με πιστότητα προσπαθούμε να κάνουμε τη ζωή Του οδηγό για τη δική μας ζωή.

1Ρωμ. 14:22,23
2Βλ. το παράρτημα (για το κεφάλαιο 9) για περισσότερες πληροφορίες επάνω σε αυτούς τους παλαιότερους κανονισμούς.
3Η θέση τής οργάνωσης επάνω σε αυτό το ζήτημα τονίζεται, με πολύ περισσότερες λεπτομέρειες και τεχνικούς όρους στη Σκοπιά της 1ης Μαρτίου του 1989, σελ. 30 και 31.
4Βλ. Ξύπνα! 22 Ιουλίου, 1982, σελ. 25.
5Elisabeth Rosenthal, άρθρο με τίτλο “Τυφλωμένος από το φως”, περιοδικό Discover, Αύγουστος 1988, σελ. 28-30.
6Η γυναίκα μου παραλίγο να πεθάνει από αιμορραγία το 1970, όταν ο αριθμός των αιμοπεταλίων της έπεσε από την κανονική τιμή των 200.000-400.000 ανά κυβικό χιλιοστόμετρο, στα 15.000 ανά κυβικό χιλιοστόμετρο. Μετά από μέρες σοβαρής αιμορραγίας εισήχθη σε ένα νοσοκομείο του Brouklyn, και τόσο αυτή όσο και εγώ απορρίψαμε τη χορήγηση αιμοπεταλίων ή άλλων προϊόντων που έχουν σχέση με το αίμα (ακόμη και εκείνων που στη συνέχεια χαρακτηρίσθηκαν “επιτρεπτά” από την οργάνωση.) Ευτυχώς, μετά από παραμονή δύο εβδομάδων και συνεχή θεραπεία με prednisone, η γυναίκα μου συνήλθε. Όσα δηλώνω σε αυτό το βιβλίο, λοιπόν, δεν αποτελούν ένδειξη της προσωπικής μου απροθυμίας να αντιμετωπίσω την απώλεια αν πιστεύω ότι αυτή είναι αποτέλεσμα της προσκόλλησης στο θέλημα του Θεού.
7Ρωμ. 6:14, 10:4, Εβρ. 8:6, 13.
8Αντίθετα με τους ισχυρισμούς της Σκοπιάς, στις Γραφές το αίμα αντιπροσωπεύει -όχι τη ζωή- αλλά το θάνατο, χρησιμεύοντας ως σύμβολο της ζωής που χάθηκε ή θυσιάστηκε. Συγκρίνατε με Γεν. 4:10, 11, 37:26, 42:22, Εξ. 12:5-7 (συγκρίνατε αυτό με Α´ Πέτ. 1:18, 19), Έξ. 24:5-8, Ματθ. 23:35, 26:28, 27:24, 25, κ.ο.κ. Μόνο όταν λειτουργεί ως μέρος ενός ζωντανού πλάσματος, μόνο τότε μπορεί να υποστηριχτεί ότι το αίμα αντιπροσωπεύει τη ζωή ή την ζωντανή ψυχή.
9Λευ. 17:13, 14, Δευτ. 12:15, 16, 24, 25.
10Όπως το έθεσε κάποιος, το να δίνεις συμβολική σημασία στο αίμα περισσότερη από της ίδιας της ζωής είναι σαν να δίνει κάποιος μεγαλύτερη σημασία στο δαχτυλίδι του γάμου του (σύμβολο του ότι είναι παντρεμένος) από τον ίδιο τον γάμο του, ή από τη γυναίκα του. Είναι σαν να λέμε ότι μπροστά στη θυσία της γυναίκας του ή του δαχτυλιδιού του, ο άνθρωπος αυτός θα επέλεγε να σώσει το δαχτυλίδι του.
11Ρωμ. 3:27, 6:14, 10:4, Γαλ. 3:10, 11, 23-25, Ιάκ. 2:8, 12.
12Η Σκοπιά της 15ης Σεπτεμβρίου του 1958 (σελ. 575) δηλώνει ότι: “Κάθε φορά που οι Γραφές αναφέρουν την απαγόρευση του αίματος, αυτό γίνεται σε σύνδεση με τη λήψη του ως τροφή, και έτσι, αποτελεί θρεπτικό συστατικό που εμείς σκοπεύουμε να απαγορέψουμε”.
13Ξύπνα!, 22 Οκτωβρίου, 1990, σελ. 9. Στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν ιατρική υποστήριξη στην άποψή τους επάνω στο ότι το μεταμοσχευμένο αίμα αποτελεί “τροφή” του σώματος, οι εκδόσεις της Σκοπιάς έχουν καταφύγει σε δηλώσεις ιατρικών πηγών προηγούμενων αιώνων, όπως του Frenchman Denys του 17ου αίωνα. (Βλ. για παράδειγμα, τη Σκοπιά της 15ης Απριλίου του 1985, σελ. 13) Δεν μπορούν να παραθέσουν λόγια από οποιαδήποτε σύγχρονη ιατρική αρχή για να υποστηρίξουν την άποψή τους.
14Η Εταιρία της Σκοπιάς κατά καιρούς έχει συγκρίνει τη μετάγγιση με την ενδοφλέβια χορήγηση οινοπνεύματος. Το οινόπνευμα όμως είναι ένα διαφορετικό υγρό, αφού έχει ήδη μορφή που επιτρέπει στα σωματικά κύτταρα να το απορροφήσουν ως θρεπτικό συστατικό. Το οινόπνευμα και το αίμα είναι εντελώς διαφορετικά από αυτή την άποψη.
15Βλ. για παράδειγμα τη Σκοπιά της 1ης Μαρτίου του 1989, σελ. 30, 15ης Απριλίου 1985, σελ. 12. Η τακτική αυτή του αντιπερισπασμού εξυπηρετεί μόνο τη σύγχυση επάνω στο ζήτημα. Η θρέψη του σώματος μέσω της τροφής και η διατήρηση της ζωής δεν είναι έννοιες ταυτόσημες. Η τροφή αποτελεί ένα από τα μέσα για τη διατήρηση της ζωής. Διατηρούμε τη ζωή μας με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, εξίσου σημαντικούς, όπως μέσω της αναπνοής, της λήψης νερού ή άλλων υγρών, της διατήρησης της θερμοκρασίας του σώματος ζώντας σε θερμοκρασιακές συνθήκες κατάλληλες για τη ζωή και μέσα από τον ύπνο και την ξεκούραση. Στην αναφορά τους στο αίμα, οι Γραφές δεν ασχολούνται με το ευρύ ζήτημα της “διατήρησης της ζωής”, αλλά με τη συγκεκριμένη πράξη της βρώσης του αίματος, και ξεκάθαρα με τη βρώση αίματος ζώων που σφάχτηκαν. Όταν ένας Ισραηλίτης έτρωγε κρέας που περιείχε αίμα, δεν βασιζόταν στο αίμα για να “διατηρήσει” τη ζωή του – το κρέας ήταν που θα συντελούσε σε αυτό, είτε με το αίμα, είτε χωρίς. Το αν η διατήρηση της ζωής του εξαρτιόταν από το αν θα έτρωγε ή όχι το αίμα δεν ήταν το κυρίως ζήτημα. Η πράξη του να φάει αίμα ήταν που απαγορευόταν, χωρίς ο νόμος σχετικά με το αίμα να ασχολείται με το κίνητρο ή τις συνέπειες της βρώσης.
16Βλ. για παράδειγμα, τη Σκοπιά της 1ης Ιουνίου του 1990, σελ. 30, 31. Ο απόστολος Πέτρος δηλώνει ότι ο Χριστός “τας αμαρτίας ημών αυτός εβάστασεν εν τω σώματι αυτού επί του ξύλου, διά να ζήσωμεν εν τη δικαιοσύνη, αποθανόντες κατά τας αμαρτίας· με του οποίου την πληγήν ιατρεύθητε” (Α´ Πέτ. 2:24, συγκρίνατε με Ησ. 53:4, 5, Πράξ. 28:27). Αυτό βέβαια δεν δικαιολογεί τον υπαινιγμό ότι κάποιος που προσπαθεί να γιατρέψει πληγές ή ψάχνει για ιατρικά μέσα ώστε να θωρακιστεί ενάντια στις ασθένειες δείχνει έλλειψη εκτίμησης προς τη θεραπευτική δύναμη του Χριστού σε αυτά τα ζωτικής σημασίας πνευματικά ζητήματα.
17Πράξ. 15:20, 29.
18Πράξ. 15:5
19Πράξ. 15:10.
20Πράξ. 15:9-21.
21Συγκρίνατε με Πράξ. 13:44-48, 14:1, 17:1-5, 10-12, 15-17, 18:4.
22Συγκρίνατε με Πράξ. 18:1-4, 24-28.
23Εδώ πάλι, αν κάποιος δώσει μία απόλυτη σημασία στην προτροπή “απέχητε από αιμάτων”, θεωρώντας την ένα είδος γενικής απαγόρευσης, αυτό θα σήμαινε ότι κάποιος δεν θα μπορούσε ούτε να κάνει μία εξέταση αίματος, ούτε να υποστεί μία επέμβαση οποιασδήποτε μορφής, εκτός αν ήταν αναίμακτη, με άλλα λόγια, θα έπρεπε να μείνει μακριά από το αίμα, από κάθε άποψη. Το πλαίσιο δεν μας δείχνει με κανένα τρόπο ότι σκοπός ήταν να δοθεί μία τέτοια γενική απαγόρευση, ενώ αντίθετα, μας δίνει να καταλάβουμε ότι η εντολή αφορούσε κυριολεκτικά τη βρώση του αίματος.
24Από τις 15 Απριλίου του 1909 ακόμη, η Σκοπιά αναγνώρισε ότι η σκοπιμότητα της επιστολής ήταν η εξής (σελ. 117): «Οι συστάσεις που γίνονται εδώ ήταν απαραίτητες για τη διατήρηση της κοινωνίας του σώματος που αποτελούνταν από Ιουδαίους και Εθνικούς, με την ιδιαίτερη μόρφωση και τα ιδιαίτερα συναισθήματά τους.»
25Πράξ. 15:5, 23-29.
26Αυτό το ζήτημα θίγεται στον Οδηγό για απάντηση στην αλληλογραφία, κάτω από την επικεφαλίδα “Σχολεία, κοσμική μόρφωση”.
27Βλ. Σκοπιά 15ης Νοεμβρίου 1964, σελ. 682, 683. Βλ. επίσης τη Σκοπιά της 1ης Απριλίου του 1975, σελ. 215, 216 επάνω στον έλεγχο του αίματος για μετάγγιση. Ο αναθεωρημένος Οδηγός για απάντηση στην αλληλογραφία (όπως παραδόθηκε) λέει ότι ο γιατρός -ή νοσηλευτής- μπορεί να χορηγήσει μία τέτοια μετάγγιση “αν δεχτή εντολή από ανώτερο”.
28Δευτ. 14:21.
29Πρέπει να σημειώσουμε ότι το ίδιο τεύχος της Σκοπιάς της 15ης Νοεμβρίου του 1964, αφήνει επίσης στη συνείδηση την πώληση λουκάνικων (με αίμα) από τον παντοπώλη ή κρεοπώλη σε “κοσμικό”. Φαίνεται ότι, αφού μεταχειρίστηκε το τμήμα εκείνο του Μωσαϊκού νόμου για να δικαιολογήσει την ελαστική στάση προς τους γιατρούς, ο συγγραφέας του συγκεκριμένου υλικού ένιωσε ότι έπρεπε να προσθέσει και αυτό το σχόλιο για τους παντοπώλες και τους κρεοπώλες. Κι όμως, ακόμη μία φορά, δεν είναι το ίδιο με το να πουλάς κρέας από ένα ζώο που δεν του αφαιρέθηκε το αίμα, αλλά πρόκειται για την πώληση ενός προϊόντος, παρασκευή του οποίου απαιτεί τη συλλογή, την αποθήκευση και την επεξεργασία του αίματος – κάτι που σε άλλα σημεία καταδικάζεται από την τακτική της Σκοπιάς.
30Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι Μάρτυρες γιατροί και δικηγόροι συνεδριάζουν κάθε χρόνο για να συζητήσουν θέματα όπως “εμπιστευτικότητα και προνόμιο” στη σχέση τους με τους αδελφούς Μάρτυρες και άλλα παρόμοια ζητήματα. Αμφιβάλλω ειλικρινά για το αν οι Μάρτυρες που απασχολούνται σε επαγγέλματα λιγότερης αίγλης και εκτίμησης θα μπορούσαν να συμμετέχουν σε παρόμοια συνέδρια χωρίς να δέχονται εχθρικά βλέμματα, ή να αποθαρρύνονται από την οργάνωση.
31Βλ. Ιουδαϊσμός, τόμος II, του George Foot Moore (Cambridge, εκδόσεις πανεπιστημίου Harvard, 1954) σελ. 31, 32.
32Ματ. 23:27, 28.
33Ρωμ. 13:8-10.
34Α´ Κορ. 8:1-12.
35Α´ Κορ. 10:29.
36Α´ Ιωάν. 4:20, Α´ Κορ. 12:12-26, Εφεσ. 4:15-16.
37Κολ. 3:14, Α´ Κορ. 13:4-7.
38Σε μία επιστολή ενός δικηγόρου της Σκοπιάς, του Leslie R. Long, με ημερομηνία 29 Μαρτίου 1987, αναφέρεται σε μία εκκλησιαστική δικαστική επιτροπή αποκαλώντας την “εκκλησιαστικό δικαστήριο”. Αν ο όρος αυτός είναι αληθής σε εκκλησιαστικό επίπεδο, τότε πόσο περισσότερο αληθής είναι σε ανώτατο επίπεδο, όπου το Κυβερνών Σώμα λειτουργεί σαν το ανώτατο “εκκλησιαστικό δικαστήριο”.
39Γαλ. 5:22-23.
40Ιάκ. 2:12-13.

Το παρόν άρθρο είναι παρμένο από το Αναζητώντας την εν Χριστώ Ελευθερία, κεφάλαιο 9, εκδόσεις Μορφή. Δημοσιεύεται ύστερα από άδεια των επιμελητών πιστότητας μετάφρασης.
Διαθέσιμο και στην Αγγλική γλώσσα «Blood and Life, Law and Love (part 1)», της ιστοσελίδας CommentaryPress.net. Απόσπασμα από το In Search of Christian Freedom, κεφάλαιο 9, έκδοση από το Commentary Press.

Δείτε επίσης την εκπομπή:


Παράκληση:
Αν σας ενδιαφέρει, σας παρακαλούμε από τα βάθη της καρδιάς μας, παρακολουθείστε το! Κρατήστε σημειώσεις για όσα θα ακουστούν, προς όφελός σας!

Επίσης, παρακαλούμε όλους σας, όπου κρίνετε απαραίτητο, διαδώστε το!