Διότι
το γράμμα θανατόνει, το δε πνεύμα ζωοποιεί. - Β´ Κορ. 3:6
Τα
όσα πρόκειται να συζητήσουμε δεν κάνουν τον παραμικρό υπαινιγμό ότι
η χρήση του αίματος στερείται κινδύνου. Το ότι υπάρχει ένα ποσοστό
κινδύνου είναι γεγονός. Ούτε υπονοούν ότι ο άνθρωπος που λαμβάνει
μία προσωπική, ελεύθερη απόφαση να αποφύγει τις μεταγγίσεις (ή
οποιαδήποτε αποδοχή συστατικών και κλάσματος του αίματος) βάσει
θρησκευτικών λόγων κάνει κάτι λάθος. Ακόμη και πράξεις που είναι
σωστές από μόνες τους, γίνονται λάθος αν πραγματοποιηθούν με κακή
συνείδηση. Όπως το θέτει ο απόστολος, “μακάριος όστις δεν
κατακρίνει εαυτόν...παν ό,τι δεν γίνεται εκ πίστεως, είναι
αμαρτία.”
Το αν, μέσα από τις ενδείξεις που θα παρουσιαστούν, συγκεκριμένες
ενοχές επάνω στο αίμα αποκαλύψουν μία αδύναμη ή δυνατή συνείδηση, το
αφήνω στον αναγνώστη να το κρίνει.
Ταυτόχρονα, η
σοβαρότητα της ευθύνης μιας οργάνωσης στο να επιβάλλει τις απόψεις
της στην προσωπική συνείδηση του ατόμου σε τόσο κρίσιμα ζητήματα,
δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Τα όσα συνέβησαν με την Εταιρεία της
Σκοπιάς στο θέμα του αίματος αντικατοπτρίζουν το πώς ο νομικισμός
μπορεί να οδηγήσει μία οργάνωση σε ένα τέλμα ασυνέπειας, με τα μέλη
της να υφίστανται όλες τις δυσάρεστες συνέπειες που προκύπτουν.
Ξεκινώντας από το
τέλος της δεκαετίας του 1940, η οργάνωση αρχικά εξέδωσε μία
σαφέστατη απαγόρευση της αποδοχής αίματος, σε οποιαδήποτε μορφή,
συνολική ή κλασματική. Στη συνέχεια, καθώς περνούσαν τα χρόνια,
προσέθετε καινούριους κανόνες, οι οποίοι δημιουργούσαν ένα αυστηρά
νομικίστικο και λεπτομερές σύστημα επάνω στο ζήτημα.
Ο τελευταίος κανόνας
επάνω στα κλάσματα του αίματος είναι αυτός που παρουσιάστηκε στη
Σκοπιά της 15ης Ιουνίου, 2000, σελ. 29-31 και 15ης Ιουνίου 2004 σελ.
14-23, 29-31. Ο κανόνας αυτός ασχολείται με έναν νέο ορισμό του τι
μπορεί να επιτραπεί όσον αφορά τα συστατικά του αίματος.
Ισχυρίζονται πλέον ότι τα τέσσερα “πρωταρχικά συστατικά”
του αίματος -ερυθρά αιμοσφαίρια, λευκά αιμοσφαίρια, αιμοπετάλια και
πλάσμα- απαγορεύονται, αλλά τα “κλάσματα” που
προέρχονται και από τα τέσσερα “πρωταρχικά συστατικά”
επιτρέπονται.
Το
ακόλουθο διάγραμμα βασικά απεικονίζει την τρέχουσα άποψη της
οργάνωσης επάνω στη χρήση του αίματος:
Η θέση αυτή, η οποία
διαχωρίζει τα “μη αποδεκτά” στοιχεία του αίματος
(ανώτερο τμήμα) και τα στοιχεία που εξαρτώνται από την “προσωπική
απόφαση” (κατώτερο τμήμα) περιγράφεται στο περιοδικό της
Σκοπιάς της 15ης Ιουνίου 2004. Αναλύοντας το άρθρο και την
επιχειρηματολογία του, μια επιστολή από τη Σουηδία γράφει:
Αυτό σημαίνει ότι τα μέρη του αίματος που έχουν λάβει το πράσινο φως
σε προηγούμενα άρθρα τώρα αναφέρονται ως “κλάσματα” του
πλάσματος. Αυτό που κατάφεραν προφανώς είναι ότι τα εγκεκριμένα κατά
το παρελθόν μέρη του αίματος (σφαιρίνες, αλβουμίνη, παράγοντας πήξης
VIII κ.τ.λ.) μειώνονται σε σημασία σε σύγκριση με τα ερυθρά και
λευκά αιμοσφαίρια, καθώς και με τα αιμοπετάλια. Συνεπώς, η ασυνέπεια
της προηγούμενης θέσης στον αυθαίρετο διαχωρισμό μεταξύ των διαφόρων
συστατικών του αίματος τώρα απαλείφεται στα μάτια του υποτακτικού,
καλόπιστου Μάρτυρα. Η Εταιρεία αντιμετώπιζε δυσκολία στο χειρισμό
αυτής της ασυνέπειας, κάθε φορά που δεχόταν πρόκληση.
Η αναγκαία λύση σε αυτό το δίλημμα έπρεπε να περιλαμβάνει καινούρια
συστατικά, όπως τα “κλάσματα” των ερυθρών και λευκών
αιμοσφαιρίων και των αιμοπεταλίων, τα οποία αναφέρονται ξεχωριστά. Η
ανεκτικότητα αυτή, που πλέον εκφράζεται ανοιχτά, κατά το παρελθόν
αποκλειόταν. Αφού τα επεξεργασμένα ερυθρά αιμοσφαίρια με τη μορφή
της αιμοσφαιρίνης, χωρίς τη μεμβράνη τους, θα είναι σύντομα γεγονός
-τα ονόματα των πολλά υποσχόμενων προϊόντων είναι PolyHeme, Hemospan
και Hemopure- η πιο πρόσφατη θέσης της Εταιρείας ίσως έχει
μακροπρόθεσμες συνέπειες για τους Μάρτυρες. Πολύ σύντομα ίσως είναι
σε θέση να λάβουν -για πρακτικούς σκοπούς- αυτό που στην ουσία είναι
ερυθρά αιμοσφαίρια.
Εκτός από το πράσινο φως που δόθηκε για έναν αριθμό καινούριων
συστατικών, η ερμηνεία των “πρωταρχικών συστατικών”
ενάντια στα “κλάσματα” δεν είχε διαδραματίσει απολύτως
κανέναν ρόλο όταν τα αποδεκτά κατά το παρελθόν συστατικά του αίματος
έγιναν σταδιακά αποδεκτά. Πλέον, χρησιμοποιείται εκ των υστέρων ως
λογική αιτιολόγηση. Αντίθετα, δόθηκε μία μακρά λίστα διάφορων άλλων
εξηγήσεων, ουσιαστικά ευτελής, η οποία καταργούσε κάθε αντίρρηση
όσον αφορά την ιατρική χρήση του αίματος, στοχεύοντας στο λογικό
τους συμπέρασμα. Κάνοντας αναφορά στο “Λουκ. 6:1-5” η
Σκοπιά της 15ης Ιουνίου του 1978, σελ. 31, ήταν εξαιρετικά
καταστροφική. Το κείμενο αναφέρεται στο Δαβίδ και τους άντρες του
που έφαγαν απαγορευμένο άρτο – όχι σε επιτρεπτά κομμάτια του
άρτου αλλά ολόκληρα καρβέλια! Αν αυτό νομιμοποιεί τη λήψη ορισμένων
συστατικών του αίματος, τότε σίγουρα νομιμοποιεί τη χρήση όλων των
συστατικών, ακόμη και του πλήρους αίματος. Όπως μας δείχνει η
βιβλική αφήγηση για το Δαβίδ και τους άντρες του, η ανάγκη, όχι η
ποσότητα, ήταν ο καθοριστικός παράγοντας. [Το ότι η Εταιρεία της
Σκοπιάς βρίσκει το επιχείρημα της Σκοπιάς της 15ης Ιουνίου του 1978
πειστικό φαίνεται από το γεγονός ότι αναφέρθηκε σε αυτό πρόσφατα –
το 2004 (βλ. Ερωτήσεις από αναγνώστες, Σκοπιά, 15 Ιουνίου 2004, σελ.
30)]
Η νέα θέση από το 2000 και μετά είναι αυθαίρετη και δεν
εναρμονίζεται με τα γεγονότα. Από τη μία, ισχυρίζεται ότι η Βίβλος
απαγορεύει τη λήψη “πρωταρχικών συστατικών” αλλά
επιτρέπει τη λήψη των “κλασμάτων” αυτών αφού η Βίβλος
“δεν δίνει λεπτομέρειες”. (Η Σκοπιά, 15 Ιουνίου, 2000,
σελ. 30, 15 Ιουνίου 2004, σελ. 30) Αφού η Βίβλος δεν κάνει λόγο όμως
για “πρωταρχικά συστατικά”, όπως δε μιλά και για
“κλάσματα”, το επιχείρημα είναι ψευδές. Στην
πραγματικότητα, θα ήταν πιο λογικό να χαρακτηρίσουν αποδεκτά τα
αποκαλούμενα “πρωταρχικά συστατικά” και να τραβήξουν τη
διαχωριστική γραμμή μεταξύ αυτών και του πλήρους αίματος. Από την
άλλη, ένας λόγος που χρησιμοποιείται διαρκώς για την απαγόρευση της
ιατρικής χρήσης του αίματος είναι ο ισχυρισμός ότι μία μόνο χρήση
του αίματος ήταν αποδεκτή, η χρήση του δηλαδή για εξιλέωση στο
θυσιαστήριο. Το αίμα, ισχυρίζονται, ανήκει στο Θεό. Αυτό όμως
φαίνεται ότι παραβλέπεται όταν ανακηρύσσουν τη χρήση των “κλασμάτων”
του αίματος αποδεκτή! Μετά βίας όμως θα μπορούσαν να αποδεχτούν για
κοσμική χρήση αυτό που ανήκει αποκλειστικά στο Θεό, επειδή κάτι
τέτοιο θα σήμαινε χρήση κλεμμένης περιουσίας! Ένα κλεμμένο
αυτοκίνητο είναι ένα κλεμμένο αυτοκίνητο, και ο διαχωρισμός του σε
“πρωταρχικά συστατικά”, όπως ο κινητήρας, το πορτ
μπαγκάζ και το κιβώτιο ταχυτήτων, και έπειτα σε “κλάσματα”
όπως το καρμπυρατέρ, τα πιστόνια, το καπό, οι πόρτες και ο άξονας,
δεν θα καθιστούσαν την κλοπή περισσότερο αποδεκτή. Μόνο αν το
αυτοκίνητο δεν ήταν κλεμμένο θα είχε κάποιος το δικαίωμα να το
διαλύσει και να το χρησιμοποιήσει ή να το πουλήσει ως ανταλλακτικά.
Και αν το αυτοκίνητο δεν ήταν κλεμμένο, όλα του τα συστατικά, τόσο
τα μικρά όσο και τα μεγάλα, θα μπορούσαν να διαχωριστούν και να
χρησιμοποιηθούν σύμφωνα με την επιθυμία του κατόχου. Έτσι, αν τα
“κλάσματα” του αίματος μπορούν να γίνουν αποδεκτά, τότε
σίγουρα μπορούν να γίνουν αποδεκτά και τα “κύρια συστατικά”,
ακόμη και το πλήρες αίμα.
Συνεπώς, η ταξινόμηση της Εταιρείας σε “πρωταρχικά συστατικά”
δεν φαίνεται να ταιριάζει με όσα λέει η ιατρική επιστήμη, αφού η
αλβουμίνη, οι παράγοντες VIII και IX κ.τ.λ. αποτελούν πλήρη και
λειτουργικά συστατικά που περιέχονται στο πλάσμα. Το γεγονός ότι
ορισμένα συστατικά (ερυθρά αιμοσφαίρια, λευκά αιμοσφαίρια και
αιμοπετάλια) μπορούν να απομονωθούν από το πλάσμα με φυγοκέντρηση,
ενώ άλλα συστατικά με διαφορετικούς τρόπους, δεν καθιστά τα δεύτερα
“κλάσματα” του πλάσματος, τουλάχιστον όχι περισσότερο
από τα πρώτα. Τα ερυθρά αιμοσφαίρια και οι πρωτεΐνες της αλβουμίνης
δεν είναι σαν να λέμε “θείοι και ανίψια” αλλά “αδέλφια”!
Το ανάλογο ενός τμήματος της αλβουμίνης θα ήταν ένα τμήμα ενός
ερυθρού αιμοσφαιρίου. Δεν μας εκπλήσσει το ότι μία ιατρική αυθεντία
όπως οι Σύγχρονες Μέθοδοι των Τραπεζών Αίματος και των
Μεταγγίσεων της Denise M. Harmening (4η έκδοση Philadelphia
1999) συγκαταλέγει την αλβουμίνη, τις ανοσοσφαιρίνες καθώς και τους
παράγοντες VIII και IX στα “κύρια συστατικά του αίματος”,
χωρίς καμία αναφορά στην ταξινόμηση που προωθεί η Εταιρία. (σελ.
237-240, 246-248) Ομοίως, το Σουηδικό εγχειρίδιο Blodsjukdomar
Handbok I Hematologi των Gösta
Garthon & Bengt Lundh, 1999 (Εγχειρίδιο Αιματολογίας των
Ασθενών του Αίματος), περιλαμβάνει την Αλβουμίνη και τους
παράγοντες θρόμβωσης στα “σημαντικότερα συστατικά του
αίματος”, και πάλι χωρίς να χρησιμοποιεί την ταξινόμηση της
Σκοπιάς. (σελ. 422) Η εξήγηση προφανώς που προσφέρει η Σκοπιά είναι
αβάσιμη. Δεν υπάρχει χώρος για διαχωρισμό των συστατικών του
αίματος, καθιστώντας ορισμένα αποδεκτά, και ορισμένα όχι.
Το ζήτημα όμως δεν τελειώνει εδώ. Η Σκοπιά της 15ης Ιουνίου
του 2000 και της 15ης Ιουνίου του 2004 ισχυρίζεται ότι “τα
κλάσματα” του αίματος όπως οι ανοσοσφαιρίνες “μεταφέρονται
από το αίμα μιας εγκύου στο ξεχωριστό σύστημα του εμβρύου της”
και ότι ορισμένοι Χριστιανοί “μπορεί να συμπεράνουν ότι αφού
τα κλάσματα του αίματος περνούν σε κάποιον άλλο άνθρωπο μέσα από
αυτή την κατάσταση, μπορούν να αποδεχθούν κλάσματα του αίματος που
προέρχονται από το πλάσμα ή τα κύτταρα του αίματος”. (σελ. 30,
31) Το πρόβλημα εδώ δεν είναι μόνο ότι τα “κλάσματα”
-σύμφωνα με τον ορισμό της Εταιρίας- περνούν σε κάποιον άλλο άνθρωπο
σε αυτή τη φυσιολογική κατάσταση, αλλά ότι “πρωταρχικά
συστατικά” -σύμφωνα πάλι με τον ορισμό τους- μπορούν επίσης να
περάσουν! Έτσι, το Σύγχρονες Μέθοδοι των Τραπεζών Αίματος και των
Μεταγγίσεων της Denise M.Harmening, στο οποίο αναφερθήκαμε πιο
πάνω, λέει στη σελίδα 423: “Διαπλακουντική αιμορραγία των
ερυθρών αιμοσφαιρίων του εμβρύου στην κυκλοφορία της μητέρας
προκύπτει στο 7% των γυναικών κατά την κυοφορία”. Συνεπώς, τα
ερυθρά αιμοσφαίρια μπορούν “να περάσουν φυσιολογικά σε έναν
άλλο άνθρωπο”. Αυτό θα έκανε τα ερυθρά αιμοσφαίρια τόσο
αποδεκτά όσο και οι ανοσοσφαιρίνες. Και πάλι, η θέση της Εταιρίας
είναι εμφανώς αβάσιμη.
Τι ισχύει για τα
“κλάσματα” των ερυθρών αιμοσφαιρίων που μπορεί σύντομα
να είναι διαθέσιμα, και για τα οποία η Εταιρία έχει δώσει το πράσινο
φως; Ένα τέτοιο “κλάσμα” είναι ένα λεπτότερο ερυθρό
αιμοσφαίριο, με τη σημαντική για τη μεταφορά του οξυγόνου
αιμοσφαιρίνη να έχει απαλλαχτεί από τη μεμβράνη στην οποία είναι
κλεισμένη. Το αναγνωρισμένο σουηδικό έργο Människokropen
Fysiologi Ochanatomi (“Φυσιολογία και ανατομία του
ανθρωπίνου σώματος”) των Ian. G. Bjålie.
Egil Haug, Olav Sand, Öystein
V. Sjaastad (Στοκχόλμη 1998) λέει: “Τα ερυθρά αιμοσφαίρια του
αίματος... μπορούν να παρομοιαστούν με μικρά σακουλάκια που είναι
γεμάτα με το μόριο που δεσμεύει το οξυγόνο, την αιμοσφαιρίνη... Αυτή
είναι που δίνει στο αίμα το κόκκινο χρώμα. Η αιμοσφαιρίνη αποτελεί
το 95% των πρωτεϊνών των ερυθροκυττάρων και το 34% του βάρους τους.
Οι υπόλοιπες πρωτεΐνες είναι κυρίως ένζυμα που συμμετέχουν στον
ενεργειακό κύκλο των κυττάρων.” (σελ. 269)
Είτε το καινούριο προϊόν είναι το PolyHeme, είτε το Hemospan, το
ζωτικής σημασίας συστατικό είναι η αιμοσφαιρίνη που λαμβάνεται από
τα ερυθρά αιμοσφαίρια του ανθρωπίνου σώματος. Αν το Hemopure
κυκλοφορήσει, η λειτουργία του θα βασίζεται στην αιμοσφαιρίνη που θα
λαμβάνεται από το αίμα αγελάδας. Πρόκειται για ένα καλό προϊόν,
μεγάλης διάρκειας -σε αντίθεση με τα αποθηκευμένα ερυθρά
αιμοσφαίρια- χωρίς πιθανότητα μόλυνσης. Θα έχει τη δυνατότητα να
μεταφέρει το οξυγόνο ικανοποιητικά, σε αντίθεση με το Dextran και
άλλα αποκαλούμενα υποκατάστατα αίματος, τα οποία χρησιμοποιούνται
για να αυξάνουν το αίμα. ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΟΜΩΣ ΓΙΑ ΑΙΜΑ! Είναι αίμα, όπως
ακριβώς ένα ξεφλουδισμένο πορτοκάλι είναι πάλι πορτοκάλι. Είτε με τη
φλούδα, είτε χωρίς αυτή, ένα πορτοκάλι είναι ένα πορτοκάλι. Αν
βρεθεί μία μέθοδος διαχωρισμού του πορτοκαλιού στα μέρη του και
ταξινόμησης αυτών σε ομάδες των τεσσάρων χωρίς φλούδα, το προϊόν θα
είναι πορτοκάλι και κανείς δεν θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει
αλλιώς. Με τον ίδιο τρόπο τα λεπτότερα αιμοσφαίρια και η απομονωμένη
και προπαρασκευασμένη αιμοσφαιρίνη συνεχίζουν να αποτελούν αίμα. Γι'
αυτό, το να λέμε ότι το να λαμβάνουμε ερυθρά αιμοσφαίρια είναι
αμαρτία, την στιγμή που αποδεχόμαστε τη λήψη απομονωμένης ζωικής
αιμοσφαιρίνης, είναι απροκάλυπτη φαρισαϊκή υποκρισία.
Συνειδητοποιώντας ότι δεν πρόκειται να αποφύγει το παραπάνω
συμπέρασμα, η Σκοπιά της 15ης Ιουνίου του 2004, σελ. 24,
δήλωσε: “Ορισμένα προϊόντα που έχουν ως βάση τους πρωταρχικά
συστατικά μπορεί να είναι όμοια σε λειτουργία με ολόκληρο το
συστατικό και να διαδραματίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο στη διατήρηση
της ζωής, ώστε πολλοί Χριστιανοί να τα βρίσκουν απαράδεκτα.”
Έτσι, θεωρήθηκε ζήτημα συνείδησης το αν θα αποδεχτεί κάποιος
προϊόντα που παράγονται από ερυθρά αιμοσφαίρια αν και λέγεται ότι
“οι περισσότεροι” Μάρτυρες του Ιεχωβά τα θεωρούν μη
αποδεκτά. Ένας Μάρτυρας που δέχεται προϊόντα ερυθρών αιμοσφαιρίων
όπως αυτά, θεωρείται ότι έχει σωστή στάση. Ένας Μάρτυρας που δέχεται
μη προπαρασκευασμένα ερυθρά αιμοσφαίρια, από την άλλη πλευρά -ακόμη
και στην περίπτωση που μόνο αυτά είναι διαθέσιμα- θα θεωρηθεί
αμαρτωλός/αμαρτωλή και θα έχει πρόβλημα με τους τοπικούς
του/τοπικούς της πρεσβυτέρους. Προφανώς, η αξιοπιστία της Σκοπιάς
είναι πλέον μηδενική.
Η χρήση των συστατικών
του αίματος (των “κλασμάτων”) προφανώς περιλαμβάνει
αποθήκευση μεγάλων, ίσως και μαζικών ποσοτήτων αίματος. Από
τη μία πλευρά η οργάνωση της Σκοπιάς ορίζει ως επιτρεπτή τη χρήση
αυτών των συστατικών του αίματος -άρα και την αποθήκευση ως μέρος
της απομόνωσης και παρασκευής τους- ενώ από την άλλη πλευρά δηλώνει
ότι αντιτίθεται σε κάθε είδους αποθήκευση του αίματος, επειδή το
καταδικάζει η Γραφή. Αυτή είναι η μοναδική βάση που
παρουσιάζουν για την απαγόρευση χρήσης αίματος του ίδιου ατόμου από
ένα Μάρτυρα (δηλαδή, το αίμα που ανήκει στο ίδιο το άτομο και
αποθηκεύεται για να επανέλθει στην κυκλοφορία κατά τη διάρκεια μιας
εγχείρησης).
Προφανώς, οι θέσεις που λαμβάνονται είναι αυθαίρετες, ασυνεπείς και
αντιφατικές. Είναι δύσκολο να πιστέψουμε ότι αυτοί που τις
διατυπώνουν, όπως και οι συγγραφείς των εξηγήσεων και της
υπεράσπισης αυτών των τακτικών έχουν τέτοια άγνοια των γεγονότων που
αδυνατούν να δουν την ασυνέπεια και την αυθαίρετη τοποθέτηση που
περιλαμβάνεται σε όλα αυτά. Αυτό και μόνο θα μπορούσε να γλιτώσει τη
θέση τους από το να χαρακτηριστεί ανειλικρινής.
Το να θέτει
κανονισμούς σε ζητήματα υγείας και ιατρικής περίθαλψης -το να
απαγορεύεις ή να επιτρέπεις πράγματα- είναι σαν να περπατά κάποιος
σε επικίνδυνο έδαφος. Στη μία περίπτωση μπορεί να αποδειχθούμε
ένοχοι επειδή δημιουργήσαμε παράλογους φόβους, και στην άλλη μπορεί
να δημιουργήσουμε μία ψευδή αίσθηση ασφάλειας. Ο δρόμος της σοφίας
-και της ταπεινοφροσύνης- ορίζει ότι η ευθύνη της απόφασης σε
τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να παραμείνει εκεί που ανήκει εξ' αρχής,
στη συνείδηση του ατόμου.
Ο κίνδυνος που
συνοδεύει τη μετάγγιση του αίματος και των συστατικών ή των
κλασμάτων του αίματος είναι υπαρκτός. Ταυτόχρονα, ισχύει επίσης ότι
άνθρωποι μπορούν να πεθάνουν κατά τη διάρκεια μιας εγχείρησης από
ακατάσχετη αιμορραγία. Η χρήση του αίματος κάποιου, το οποίο είναι
αποθηκευμένο μέχρι τη στιγμή της εγχείρησης, λογικά θα φαίνεται
ελκυστική σε άτομα που ανησυχούν για την πιθανότητα μολύνσεων που
σχετίζονται με το αίμα. Κι όμως, η οργάνωση έχει την εξουσία να
δηλώνει ότι αυτό είναι εκτός του πεδίου της προσωπικής απόφασης,
απαγορεύοντας ακόμη και τη “συλλογή αίματος κατά τη διάρκεια
της εγχείρησης” (όπου, κατά την εγχείρηση, αίμα αποθηκεύεται
σε ένα πλαστικό δοχείο και αργότερα επιστρέφει στο σώμα).
Πολλές χιλιάδων ανθρώπων είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν το δικαίωμά
τους να λάβουν οι ίδιοι τις αποφάσεις τους επάνω σε τόσο κρίσιμα
ζητήματα, επιτρέποντας σε μία οργάνωση να αποφασίσει για αυτούς,
ακόμη κι αν η ιστορία της δείχνει την απροθυμία της να αποδεχθεί την
ευθύνη για τη ζημιά που έχουν προκαλέσει οι τακτικές της.
Προβάλλοντας αποκλειστικά σχεδόν τις δηλώσεις και τις εμπειρίες που
είναι ευνοϊκές, σπάνια, αν όχι ποτέ, προβάλλουν στον κόσμο τους
αρνητικούς παράγοντες.
Εξετάστε ένα μόνο
παράδειγμα, το οποίο βρήκαμε σε ένα άρθρο του περιοδικού Discover
του Αυγούστου του 1988. Από την ηλικία των 42 ετών, μία γυναίκα
Μάρτυρας μέσα σε μία περίοδο πολλών ετών χειρουργήθηκε επανειλημμένα
για την αφαίρεση όγκων από την ουροδόχο κύστη. Την τελευταία φορά
έπρεπε να περιμένει πάρα πολύ μέχρι να δει το γιατρό της,
αιμορραγούσε ακατάσχετα και εμφάνιζε βαριά συμπτώματα αναιμίας.
Επέμενε ότι δεν έπρεπε να της γίνει μετάγγιση και η άρνηση της αυτή
έγινε σεβαστή. Για μία εβδομάδα οι γιατροί προσπαθούσαν να
καταπολεμήσουν την αιμορραγία, χωρίς επιτυχία. Ο αριθμός των
αιμοσφαιρίων της συνέχισε να πέφτει. Η γιατρός που έγραφε το άρθρο
περιγράφει όσα έλαβαν χώρα:
Σταδιακά, και καθώς ο αριθμός των αιμοσφαιρίων της συνέχισε να
πέφτει, κα Peyton άρχισε να ανασαίνει με δυσκολία. Τα όργανα του
σώματος απαιτούν μία συγκεκριμένη ποσότητα οξυγόνου για να
λειτουργήσουν. Το οξυγόνο αυτό μεταφέρεται από τους πνεύμονες προς
την περιφέρεια από μόρια αιμοσφαιρίνης στα ερυθρά αιμοσφαίρια... Η
ιατρική ομάδα πρόσφερε στην κα Peyton συμπληρωματικό οξυγόνο μέσα
από μάσκα, μέχρι που αυτή ανάσαινε ανάσαινε πρακτικά καθαρό O2. Τα
λίγα ερυθρά αιμοσφαίρια που της είχαν απομείνει ήταν πλήρως
φορτωμένα – απλά δεν υπήρχαν αρκετά “οχήματα” για
να μεταφέρουν το καύσιμο που χρειαζόταν το σώμα της.
Η δίψα της για αέρα αυξήθηκε. Ο αναπνευστικός της ρυθμός ανέβηκε. Η
ίδια έγινε πιο αδύναμη και τελικά -αναπόφευκτα- οι μυϊκές ίνες της
καρδιάς της δήλωσαν την έντονη ανάγκη τους για οξυγόνο. Τελικά
εμφάνισε οξύ πόνο στο στήθος.
Τα όσα έγραψε η
γιατρός στο άρθρο περιγράφουν τα συναισθήματά της όταν έφτασε στο
δωμάτιο της ασθενούς:
Καθώς μπήκα στο δωμάτιο... με εξέπληξαν τα όσα διαδραματίζονταν
μπροστά μου. Στο κέντρο της προσοχής όλων ήταν μία εύσωμη γυναίκα με
μία μάσκα οξυγόνου στο πρόσωπο, η οποία χρειαζόταν αέρα, και η οποία
ανάσαινε πιο γρήγορα από ό,τι φαινόταν ανθρωπίνως δυνατό. Δίπλα στο
κεφάλι της ήταν τρεις φίλοι, μέλη της εκκλησίας της (Μάρτυρες), που
την ενθάρρυναν... Δίπλα της βρίσκονταν πολλοί γιατροί – ένας
παρακολουθούσε την πίεση του αίματός της, η όποια συνεχώς έπεφτε,
κάποιος άλλος τραβούσε αίμα από μία αρτηρία. Το υγρό που σιγά σιγά
γέμισε τη σύριγγα ήταν αρκετά αραιό. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων
ερυθρών αιμοσφαιρίων στο δείγμα αυτό ήταν 9 (κανονικά θα έπρεπε να
ήταν 40). Από το κρεβάτι της κρεμόταν ένα δοχείο με κατακόκκινα
ούρα. Η γυναίκα πέθαινε. Το καρδιογράφημα έδειξε μια καρδιά που
πονούσε. Μέσα σε λίγες ώρες η ζημιά που αποκάλυπτε θα ήταν μη
αναστρέψιμη.
Η γυναίκα έπαθε ανακοπή. Μία ομάδα γιατρών και νοσηλευτών ξεκίνησαν
καρδιοπνευμονική αναζωογόνηση, χορήγησαν επινεφρίνη και ατροπίνη,
έπειτα εφάρμοσαν ένα ηλεκτρικό τράνταγμα στην καρδιά. Αυτή ξεκίνησε
και πάλι να λειτουργεί, σε λίγο όμως σταμάτησε. Κι άλλη
καρδιοπνευμονική αναζωογόνηση, περισσότερη επινεφρίνη και ατροπίνη,
κι άλλο ηλεκτρικό τράνταγμα, κι άλλη καρδιοπνευμονική αναζωογόνηση.
Αυτό συνεχίστηκε για μία ώρα περίπου, ώσπου δεν υπήρχε πλέον ελπίδα
ή νόημα. Ο ασθενής ήταν νεκρός, πέρα από οποιαδήποτε βοήθεια.
Η γιατρός που
περιγράφει όλα αυτά δεν χαρακτήρισε τη γυναίκα απλά ως φανατική.
Αυτή έγραψε:
Ήταν μία έξυπνη γυναίκα, μου είπαν, η οποία είχε πλήρη επίγνωση των
συνεπειών τής απόφασής της. Η κρίση της, όμως, μου φάνηκε ότι πήγαζε
από ένα τυφλό σημείο που είχε επιβάλει η πίστη της.
Εδώ λοιπόν έχουμε μία
γυναίκα με ένα πρόβλημα που προέκυπτε ξανά και ξανά, και το οποίο
απαιτούσε επαναλαμβανόμενες εγχειρήσεις. Γνωρίζοντας το, η
αποθήκευση μιας ποσότητας του δικού της αίματος θα μπορούσε να τής
χρησιμεύσει ως μία ασφαλέστερη, προτεινόμενη διαδικασία. “Ο
θεοκρατικός νόμος” όμως το απαγόρευσε. Η υπακοή στο
“θεοκρατικό νόμο” δεν της άφησε το περιθώριο για
προσωπική απόφαση σε αυτό το ζήτημα.
Αν οι τακτικές της
οργάνωσης βασίζονταν πράγματι στη Βίβλο, τότε κάθε οδυνηρή δοκιμασία
που θα προέκυπτε ως αποτέλεσμα της προσκόλλησης σε αυτές τις
τακτικές -όπως η επιζήμια καθυστέρηση ή αποφυγή μιας εγχείρησης
εξαιτίας αβεβαιότητας στα ζητήματα που αφορούν το αίμα, ακόμη και η
απώλεια ζωής εξαιτίας του αισθήματος της υποχρέωσης προς το Θεό να
απορριφθεί οτιδήποτε έχει σχέση με το αίμα, πλην των επιτρεπόμενων
συστατικών- όλα αυτά θα μπορούσαν απλά να θεωρηθούν ως δοκιμασίες
που ένας υπηρέτης του Θεού πρέπει να είναι πρόθυμος να
αντιμετωπίσει.
Πολλοί Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι ιδιαίτερα ειλικρινής στην τήρηση
των προτύπων της οργάνωσης από αυτή την άποψη. Ως αποτέλεσμα,
ορισμένοι από αυτούς έχουν δει τα παιδιά τους να πεθαίνουν και θα
ήταν άδικο να υπαινιχθούμε ότι αυτό οφείλεται σε έλλειψη αγάπης από
την πλευρά τους. Απλά αποδέχθηκαν ότι τα πρότυπα και οι τακτικές της
οργάνωσης -όσο περίπλοκα κι αν είναι, όση σύγχυση κι αν προκαλούν-
είναι βασισμένα στη Βίβλο και συνεπώς αποτελούν εντολές του Θεού. Κι
όμως, λίγοι είναι εκείνοι οι ισχυρισμοί που υποστηρίχθηκαν με
λιγότερο πειστικό τρόπο από αυτούς.
Όπως σημειώθηκε, πολλά
από τα επιχειρήματα της Σκοπιάς εστιάζουν σε κείμενα των Εβραϊκών
Γραφών, ιδιαίτερα στις διατάξεις του Μωσαϊκού νόμου. Αφού η Εταιρία
αναγνωρίζει ότι οι Χριστιανοί δεν βρίσκονται πλέον κάτω από αυτό το
Νόμο, συχνά παραθέτει το Γεν. 9:1-7. Αυτό λέει:
Και ευλόγησεν ο Θεός τον Νώε και τους υιούς αυτού· και είπε
προς αυτούς, Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε, και γεμίσατε την γήν·
και ο φόβος σας και ο τρόμος σας θέλει είσθαι επί πάντα τα ζώα της
γης, και επί πάντα τα πτηνά του ουρανού, επί παν ό,τι έρπει επί της
γης, και επί πάντας τους ιχθύας της θαλάσσης· εις τας χείρας
σας εδόθησαν· παν κινούμενον, το οποίον ζη, θέλει είσθαι εις
σας προς τροφήν· ως τον χλωρόν χόρτον έδωκα τα πάντα εις
εσάς· κρέας όμως με την ζωήν αυτού, με το αίμα αυτού, δεν
θέλετε φάγει· και εξάπαντος το αίμα σας, το αίμα της ζωής
σας, θέλω εκζητήσει εκ της χειρός παντός ζώου θέλω εκζητήσει αυτό,
και εκ της χειρός του ανθρώπου· εκ της χειρός παντός αδελφού
αυτού θέλω εκζητήσει την ζωήν του ανθρώπου· όστις χύση αίμα
ανθρώπου, υπό ανθρώπου θέλει χυθή το αίμα αυτού· διότι κατ'
εικόνα Θεού εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον· σεις δε αυξάνεσθε
και πληθύνεσθε, πολλαπλασιάζεσθε επί της γης, και πληθύνεσθε επ'
αυτής.
Ισχυρίζονται ότι αφού
όλοι οι άνθρωποι κατάγονται από το Νώε και τους γιους του, οι
εντολές αυτές ισχύουν ακόμη για κάθε άνθρωπο. Υπονοείται δε ότι οι
εντολές περί του αίματος στο Μωσαϊκό νόμο αποτελούν επανάληψη ή
προέκταση των βασικών νόμων που παρουσιάστηκαν νωρίτερα και οι
οποίοι ισχύουν ακόμη. Διαφορετικά, αφού οι Χριστιανοί δεν βρίσκονται
κάτω από το Μωσαϊκό νόμο, δεν θα υπήρχε νόημα στην παρουσίαση
κειμένων μέσα από αυτόν, σαν να είχαν σχέση με το ζήτημα.
Η θεϊκή εντολή περί αίματος που δόθηκε στο Νώε θεωρείται ότι έχει
αιώνια ισχύ.
Αν αυτό είναι αλήθεια,
τότε δεν θα έπρεπε να ισχύει και κάτι ανάλογο με την εντολή
“αυξάνεσθε και πληθύνεσθε, πολλυπλασιάζεσθε επί της γης, και
πληθύνεσθε επ' αυτής”; Και αν ισχύει κάτι τέτοιο, πώς μπορεί η
Σκοπιά να δικαιολογήσει το ότι ενθαρρύνει όχι μόνο την αγαμία, αλλά
και την ατεκνία μεταξύ των Μαρτύρων που είναι παντρεμένοι; Κάτω από
την επικεφαλίδα “Η τεκνοποιΐα σήμερα” η Σκοπιά
της 1ης Μαρτίου του 1988 (σελ. 21) λέει ότι, έχοντας υπόψη τον
“περιορισμένο χρόνο” που διαθέτουν για να
πραγματοποιήσουν το έργο του κηρύγματος, “οι Χριστιανοί πρέπει
να αναρωτηθούν το πώς θα επηρεάσει τη συμμετοχή τους σε αυτό το
ζωτικής σημασίας έργο το αν θα παντρευτούν, ή το αν όντως
παντρευτούν το αν θα αποκτήσουν παιδιά”. Αναγνωρίζει ότι η
τεκνοποιία ήταν μέρος της εντολής του Θεού που δόθηκε μετά τον
Κατακλυσμό, αλλά δηλώνει ότι (σελ. 26) “σήμερα η τεκνοποιία
δεν αποτελεί συγκεκριμένο τμήμα του έργου που ο Ιεχωβά έχει αναθέσει
στο λαό του... Άρα, το ζήτημα της τεκνοποιίας σε αυτούς τους
τελευταίους καιρούς είναι κάτι το προσωπικό, το οποίο πρέπει να
αποφασίσει κάθε ζευγάρι ξεχωριστά. Κι όμως, αφού ο καιρός που
απομένει είναι λίγος, τα παντρεμένα ζευγάρια καλά θα έκαναν να
ζυγίσουν προσεκτικά τα υπέρ και τα κατά της τεκνοποιίας σήμερα”.
Αν τα λόγια του Ιεχωβά προς το Νώε σχετικά με την τεκνοποιία και τον
“πολλαπλασιασμό” μπορούν να παραμεριστούν σαν να μην
είναι εφαρμόσιμα πλέον, πώς μπορεί κάποιος με συνέπεια να
υποστηρίξει ότι τα λόγια Του σχετικά με το αίμα μπορούν να θεωρηθούν
ότι βρίσκονται ακόμη σε ισχύ, και να τα χρησιμοποιήσει επιπλέον σαν
βάση για να δικαιολογήσει την εφαρμογή διατάξεων του Μωσαϊκού νόμου
σχετικά με το αίμα σε Χριστιανούς του σήμερα;
Ακόμη πιο σημαντικό
είναι όμως οι λέξεις αυτές στη Γένεση παρουσιάζονται με τρόπο ώστε
να λένε κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που λένε στην
πραγματικότητα. Η ανάγνωση του σχετικού κειμένου θα δείξει ότι ο
Θεός σε αυτό μιλά για το αίμα αποκλειστικά σε σχέση με τη θανάτωση
ζώων και συνεπώς με τη θανάτωση ανθρώπων. Στην περίπτωση των
ζώων, το αίμα τους χυνόταν ως ένδειξη της αναγνώρισης ότι η ζωή που
θυσιαζόταν (για τροφή) λαμβανόταν μόνο μετά την άδεια του Θεού, όχι
από έμφυτο δικαίωμα. Με τον άνθρωπο, η έκχυση αίματος απαιτούσε τη
ζωή εκείνου που την προκάλεσε, αφού η ανθρώπινη ζωή αποτελεί δώρο
του Θεού και πουθενά δεν δίνει Αυτός την εξουσία σε κάποιον άνθρωπο
να την αφαιρεί κατά βούληση. Το αίμα των ζώων και των ανθρώπων που
χύθηκε αντιπροσωπεύει τη ζωή που χάθηκε.
Το ίδιο ισχύει όσον αφορά τα κείμενα του Μωσαϊκού Νόμου και τις
συχνά αναφερόμενες διατάξεις του για την έκχυση του αίματος. Σε όλες
τις περιπτώσεις, αυτό αναφέρεται ξεκάθαρα στο αίμα των ζώων που
σφαγιάστηκαν. Το αίμα αντιπροσωπεύει τη ζωή που αφαιρέθηκε, όχι τη
ζωή που συνεχίζει να υπάρχει στο πλάσμα.
Οι μεταγγίσεις του
αίματος όμως δεν είναι το αποτέλεσμα της θανάτωσης άλλων ζώων ή
ανθρώπων, αφού το αίμα προέρχεται από ένα ζωντανό δότη, ο
οποίος ζει ακόμη. Αντί να αντιπροσωπεύει το θάνατο κάποιου, το αίμα
αυτό χρησιμοποιείται για τον αντίθετο ακριβώς σκοπό, δηλαδή τη
διατήρηση της ζωής. Αυτό λέγεται όχι για να χαρακτηρίσουμε
τις μεταγγίσεις αίματος ως μία επιθυμητή πρακτική ή για να
ισχυριστούμε ότι είναι αναμφισβήτητα ορθές, αλλά για να δείξουμε
απλά ότι δεν υπάρχει ουσιαστικά σύνδεση ή ομοιότητα μεταξύ της
εντολής της Γένεσης επάνω στη σφαγή του ζώου και την βρώση του
αίματός του, και τη χρήση του αίματος κατά την διάρκεια μιας
μετάγγισης. Ο παραλληλισμός είναι απλά ανύπαρκτος.
Το Δεκέμβριο του 1981,
ένας άντρας που τότε σπούδαζε ανάμεσα στους Μάρτυρες του Ιεχωβά
έγραψε προς την Εταιρία της Σκοπιάς, εκφράζοντας τη δυσκολία του στο
να εναρμονίσει την τακτική επάνω στις μεταγγίσεις αίματος με τις
Γραφές που προβάλλονταν ως η βάση αυτής. Τα επιχειρήματά του επάνω
στα σχετικά κείμενα αποκαλύπτουν συμπεράσματα όμοια με αυτά που
παρουσιάστηκαν παραπάνω:
Συνεπώς, τα κείμενα που παρουσιάστηκαν πιο πάνω μου δίνουν την
εντύπωση ότι δείχνουν πως οι απαγορευτικές διατάξεις σχετικά με το
αίμα και τη βρώση του στη Βίβλο αναφέρονται αποκλειστικά στην
περίπτωση εκείνη που ο άνθρωπος σκοτώνει το θύμα και έπειτα
χρησιμοποιεί το αίμα του χωρίς να το επιστρέφει στο Θεό, ο οποίος
είναι ο μόνος που έχει το δικαίωμα να αφαίρεση ζωή.
Εντυπωσιάστηκα
ιδιαίτερα όμως με την παρακάτω έκφραση του, προς το κλείσιμο της
επιστολής του:
Ένα ακόμη σημείο σχετικά με το ζήτημα αυτό που με ενόχλησε είναι ότι
οι Μάρτυρες του Ιεχωβά λένε ότι ο Θεός απαγορεύει να τρώμε αίμα
επειδή συμβολίζει τη ζωή, η οποία έχει μεγάλη άξια στα ματιά του
Θεού, και ότι θέλει να εγχαράξει στο ανθρώπινο μυαλό την άξια της
ζωής μέσα από την απαγόρευση της βρώσης του αίματος. Κι αυτό μου
φαίνεται απόλυτα λογικό. Κι όμως, αδυνατώ να διακρίνω το πώς το
σύμβολο μπορεί να έχει μεγαλύτερη αξία από την πραγματικότητα που
συμβολίζει.
Ομολογουμένως, στις περισσότερες περιπτώσεις οι μεταγγίσεις του
αίματος έχουν μικρή αξία -ή στην πραγματικότητα είναι επιζήμιες- κι
όμως, σε ένα πολύ μικρό ποσοστό περιπτώσεων, το αίμα είναι το
μοναδικό μέσο για τη διατήρηση της ζωής έως ότου δοθεί μία
διαφορετική θεραπεία, όπως π.χ. στη μαζική εσωτερική αιμορραγία που
δεν μπορεί να σταματήσει αμέσως. Μου φαίνεται ότι σε μία παρόμοια
κατάσταση, το να αφήσεις τον άνθρωπο να πεθάνει για να κρατήσεις
το σύμβολο της ζωής αποτελεί από μόνο του αντίφαση, και
τοποθετεί μεγαλύτερη σημασία στο σύμβολο παρά στην πραγματικότητα
που αυτό συμβολίζει.
...Πιστεύω με την ίδια πεποίθηση που έχουν και οι Μάρτυρες του
Ιεχωβά ότι ένας γνήσιος Χριστιανός θα πρέπει να είναι έτοιμος να
προσφέρει τη ζωή του για την πίστη του στο Θεό, αν κληθεί να το
κάνει. Αλλά το να δώσει κάποιος τη ζωή του όταν ο Θεός δεν τη ζητά
στην πραγματικότητα, δεν μου φαίνεται ότι θα είχε ιδιαίτερη αξία.
Ως συμπέρασμα, το να
χρησιμοποιεί κάποιος τους νόμους που απαιτούν την έκχυση αίματος
για να καταδικάσει την αποθήκευση του αίματος σημαίνει ότι
αγνοεί το διατυπωμένο σκοπό αυτών των νόμων. Σύμφωνα με το
νοηματικό πλαίσιο, οι Ισραηλίτες είχαν δεχθεί την εντολή να χύνουν
το αίμα των σφαγμένων ζώων για να διασφαλίσουν ότι το αίμα δεν
επρόκειτο να φαγωθεί, όχι για να διασφαλίσουν ότι δεν
επρόκειτο να αποθηκευτεί. Η αποθήκευση δεν ήταν κάτι που τους
απασχολούσε. Το να μεταχειριστεί κάποιος αυτούς τους νόμους με το
συγκεκριμένο τρόπο είναι παράλογο και αποτελεί παραποίηση των
ενδείξεων, αφού τους προσδίδει ένα νόημα που δεν διατυπώνεται ούτε
άμεσα ούτε έμμεσα.
Αφού οι Χριστιανοί δεν
βρίσκονται κάτω από κάποιον νομικό κώδικα αλλά κάτω από το “βασιλικό
νόμο της αγάπης” και το “νόμο της πίστης”, τα
σημεία αυτά απαιτούν οπωσδήποτε σοβαρή σκέψη και διαλογισμό.
Δείχνει πράγματι εκτίμηση προς την αξία της ζωής ώστε να επιβάλλει
αυθαίρετες τακτικές σε κρίσιμες καταστάσεις; Φανερώνει όντως αγάπη
προς το Θεό ή τον πλησίον για να το κάνει χωρίς σαφείς διατυπώσεις
από το Λόγο του Θεού προς υποστήριξη;
Αναμφισβήτητα, η κύρια
βιβλική περικοπή που χρησιμοποιείται στην επιχειρηματολογία της
Σκοπιάς είναι αυτή στα Πραξ. 15:28 και 29. Τα εδάφια αυτά περιέχουν
την απόφαση του συμβουλίου της Ιερουσαλήμ και περιλαμβάνουν τις
λέξεις “να απέχητε από ειδωλοθύτων και αίματος και πνικτού και
πορνείας”. Οι Βιβλικές ενδείξεις επάνω στο ότι αυτό δεν
ειπώθηκε ως μία δεσμευτική νομική διακήρυξη σχολιάζονται παρακάτω
στο κεφάλαιο. Το ζήτημα είναι κρίσιμο, αφού αποτελεί τη βάση της
επιχειρηματολογίας της Εταιρίας ότι οι διατάξεις του Μωσαϊκού νόμου
έχουν μετατοπιστεί στο Χριστιανισμό. Ενώ ασχολούμαστε με αυτό το
σημείο αργότερα, εδώ μπορούμε να πούμε ότι η προτροπή “απεχήτε
από αίματος” αναφέρεται ξεκάθαρα στην βρώση του αίματος. Η
Σκοπιά της 15ης Ιουνίου του 1978 (σελ. 23) στην
πραγματικότητα αναφέρει τα λόγια του καθηγητή Eduard Meyer, ο οποίος
είπε ότι το νόημα του “αίματος” σε αυτή την περικοπή
είναι “η λήψη του αίματος που απαγορευόταν από το νόμο (Γεν.
9:4) που δόθηκε στο Νώε και στην ανθρωπότητα σαν σύνολο”. Η
“λήψη” αυτή αναφέρεται στην βρώση.
Ένα μείζον ερώτημα
λοιπόν είναι το αν μπορεί να αποδειχθεί ότι η μετάγγιση αίματος
αποτελεί “βρώση” του αίματος, όπως υποστηρίζει η
οργάνωση της Σκοπιάς. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει στερεή βάση
για έναν τέτοιο ισχυρισμό. Υπάρχουν, βέβαια, ιατρικές μέθοδοι
“ενδοφλέβιας τροφοδοσίας” κατά την οποία ειδικά
παρασκευασμένα υγρά που περιέχουν θρεπτικά υλικά, όπως γλυκόζη,
εισάγονται στις φλέβες και προσφέρουν θρέψη. Όμως, όπως γνωρίζουν οι
ιατρικές αρχές, και όπως έχει αποδεχθεί κατά καιρούς η Εταιρία της
Σκοπιάς, η μετάγγιση αίματος δεν αποτελεί ενδοφλέβια
τροφοδοσία. Στην ουσία αποτελεί μεταμόσχευση (ενός υγρού
ιστού), όχι έγχυση θρεπτικού συστατικού.
Κατά τη μεταμόσχευση νεφρού, το νεφρό δεν καταναλώνεται ως τροφή από
το σώμα στο οποίο εισέρχεται. Παραμένει νεφρό με την ίδια μορφή και
λειτουργία. Το ίδιο ισχύει και για το αίμα. Δεν καταναλώνεται ως
τροφή όταν “μεταμοσχεύεται” σε ένα άλλο σώμα. Παραμένει
ο ίδιος υγρός ιστός, με την ίδια μορφή και λειτουργία. Τα κύτταρα
του σώματος προφανώς δεν χρησιμοποιούν το μεταμοσχευμένο αυτό αίμα
ως τροφή. Για να το κάνουν, το αίμα θα έπρεπε πρώτα να περάσει
από το πεπτικό σύστημα, να διασπαστεί και να υποστεί κατάλληλη
επεξεργασία ώστε τα κύτταρα του σώματος να μπορέσουν να το
απορροφήσουν - συνεπώς, θα έπρεπε ουσιαστικά και κυριολεκτικά να
φαγωθεί και να λειτουργήσει σαν τροφή.
Όταν οι γιατροί
πιστεύουν ότι απαιτείται μετάγγιση αίματος, ο λόγος δεν είναι ότι ο
ασθενής πάσχει από ασιτία. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτό
οφείλεται στο ότι ο ασθενής έχει έλλειψη όχι σε θρεπτικά
συστατικά, αλλά σε οξυγόνο, το οποίο με τη σειρά του
οφείλεται στο ότι υπάρχει έλλειψη μεταφορέων που θα μετακινούσαν την
απαιτούμενη ποσότητα οξυγόνου, δηλαδή, έλλειψη ερυθρών αιμοσφαιρίων
του αίματος. Σε άλλες περιπτώσεις, το αίμα χορηγείται εξαιτίας
ανάγκης για άλλους παράγοντες, όπως ανάγκη για παράγοντες θρόμβωσης
(όπως τα αιμοπετάλια), ανοσοσφαιρίνες (αντισώματα) ή άλλα στοιχεία,
αλλά και πάλι, όχι με σκοπό να παρασχεθεί “θρέψη”.
Στην προσπάθειά της να
αντιμετωπίσει τις ενδείξεις ότι η μετάγγιση αίματος δεν ισοδυναμεί
με βρώση, δεν αποσκοπεί στη “θρέψη” του σώματος, η
Εταιρία της Σκοπιάς συχνά προσπαθεί αυθαίρετα να διευρύνει το
ζήτημα, συνδέοντας ή και αντικαθιστώντας τον όρο “θρέψη”
με την έκφραση “να διατηρήσει τη ζωή”.
Η σύγχυση επάνω στο
ζήτημα που επιτεύχθηκε με την αυθαίρετη εισαγωγή της ιδέας περί της
“διατήρησης της ζωής” επιτρέπει στην οργάνωση της
Σκοπιάς να επιβάλει στα μέλη της την ιδέα ότι αν κάποιος αποδεχθεί
μία μετάγγιση αίματος περιφρονεί το αντίλυτρο που προσέφερε η
σωτήρια δύναμη του αίματος του Χριστού, το οποίο χύθηκε κατά τη
θυσία Του. Η διπροσωπία σε αυτή τη λογική φαίνεται στο ότι τα
κλάσματα του αίματος που η οργάνωση της Σκοπιάς επιτρέπει στα
μέλη της να λάβουν, χορηγούνται συχνά ακριβώς για να σώσουν ή να
“διατηρήσουν” τη ζωή του ανθρώπου, όπως στην περίπτωση
του Παράγοντα VIII, που χορηγείται σε όσους πάσχουν από
αιμορροφιλία, ή των ανοσοσφαιρινών, που χορηγούνται για να
προστατέψουν ενάντια σε ασθένειες που απειλούν τη ζωή ή να
αποτρέψουν το θάνατο ενός βρέφους εξαιτίας ασυμβατότητας Rh.
Είναι άδικο και σκληρό να προσβάλλουμε το κίνητρο εκείνων που
επιδιώκουν να διατηρήσουν τη ζωή τους, ή τη ζωή αγαπημένων τους
προσώπων, επειδή δεν υποτάσσονται σε συγκεκριμένους κανόνες και
απαγορεύσεις που προέρχονται από μία θρησκευτική οργάνωση, η οποία
αποδίδει την πράξη τους σε έλλειψη πίστης στα κίνητρά τους, όταν
μάλιστα δεν υπάρχει ασφαλής και στερεά βάση για να το κάνει, Βιβλική
ή όχι. Αποτελεί προσπάθεια για την επιβάρυνσή τους με ένα αίσθημα
ενοχής που επιβάλλουν τα ανθρώπινα πρότυπα, όχι τα Θεϊκά.